«Εάν δεν είσαι ικανός να εκνευρίζεις κανέναν με τα γραπτά σου, τότε να εγκαταλείψεις το επάγγελμα»

ΩΡΑ ΕΛΛΑΔΟΣ

Επικοινωνία εδώ

Για σχόλια, καταγγελίες και επικοινωνία στο

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ενημέρωση των αναγνωστών.

Προσοχή στις απάτες, η ΑΡΧΑΙΑ ΙΘΩΜΗ και ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ δεν φέρει καμία ευθύνη για οποιαδήποτε συναλλαγή με κάρτες η άλλον τρόπω και άλλα στον όνομά της, Ή στο όνομα του κυρίου Γ. Θ, Χατζηθεοδωρου. Δεν έχουμε καμία χρηματική απαίτηση από τους αναγνώστες με οποιοδήποτε τρόπο.
Αγαπητοί αναγνώστες η ανθελληνική και βρόμικη google στην κορυφή της ιστοσελίδας όταν μπείτε, αναφέρει μη ασφαλής την ιστοσελίδα, ξέρετε γιατί;;; Διότι δεν της πληρώνω νταβατζιλίκι, κάθε φορά ανακαλύπτει νέα κόλπα να απειλή. Η ΑΡΧΑΙΑ ΙΘΩΜΗ σας εγγυάται, ότι δεν διατρέχετε κανένα κίνδυνο, διότι πληρώνω με στερήσεις το ισχυρότερο αντιβάριους της Eugene Kaspersky, όπως δηλώνει και ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Kaspersky Lab "Πιστεύουμε ότι όλοι μας δικαιούμαστε να είμαστε ασφαλείς στο διαδίκτυο. Eugene Kaspersky

Ανακοίνωση

Τη λειτουργία μίας νέας γραμμής που αφορά τον κορωνοϊό ανακοίνωσε ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας. Ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας ανακοινώνει, ότι από σήμερα 07.03.2020 λειτουργεί η τηλεφωνική γραμμή 1135, η οποία επί 24ώρου βάσεως θα παρέχει πληροφορίες σχετικά με τον νέο κοροναϊό.

Πού μπορεί να απευθυνθεί μια γυναίκα που πέφτει θύμα ενδοοικογενειακής βίας;

«Μένουμε σπίτι θα πρέπει να σημαίνει πως μένουμε ασφαλείς και προστατευμένες. Για πολλές γυναίκες, όμως, σημαίνει το ακριβώς αντίθετο. Εάν υφίστασαι βία στο σπίτι, δεν είσαι μόνη. Είμαστε εδώ για σένα. Μένουμε σπίτι δεν σημαίνει ότι υπομένουμε τη βία. Μένουμε σπίτι δεν σημαίνει μένουμε σιωπηλές. Τηλεφώνησε στη γραμμή SOS 15900. Οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί της γραμμής θα είναι εκεί για σε ακούσουν και να σε συμβουλέψουν. Δεν μπορείς να μιλήσεις; Στείλε email στο sos15900@isotita.gr ή σε οποιοδήποτε από τα Συμβουλευτικά Κέντρα ” λέει σε ένα βίντεο που ανέβασε στο Instagram της η Ελεονώρα Μελέτη.

Προς ενημέρωση στους αναγνώστες. 4/8/2020

Η ΑΡΧΑΙΑ ΙΘΩΜΗ δεν ανάγκασε ποτέ κανένα να κάνει κάτι με παραπλανητικές μεθόδους, αλλά ούτε με οποιοδήποτε τρόπο. Ο γράφων είμαι ένας ανήσυχος ερευνητής της αλήθειας. Και αυτό το κάνω με νόμιμο τρόπο. Τι σημαίνει αυτό; ότι έχω μαζέψει πληροφορίες επιστημονικές και τις παρουσιάζω, ή αυτούσιες, ή σε άρθρο μου που έχει σχέση με αυτές τις πληροφορίες! Ποτέ δεν θεώρησα τους αναγνώστες μου ηλίθιους ή βλάκες και ότι μπορώ να τους επιβάλω την γνώμη μου. Αυτοί που λένε ότι κάποια ιστολόγια παρασέρνουν τον κόσμο να μην πειθαρχεί… Για ποιο κόσμο εννοούν;;; Δηλαδή εκ προοιμίου θεωρούν τον κόσμο βλάκα, ηλίθιο και θέλουν να τον προστατέψουν;;; Ο νόμος αυτό το λέει για τους ανώριμους ανήλικους. Για τους ενήλικους λέει ότι είναι υπεύθυνοι για ότι πράττουν. Στον ανήλικο χρειάζεται ένας διπλωματούχος ιδικός για να τον δασκαλέψει, καθηγητής, δάσκαλος. Στους ενήλικες δεν υπάρχει περιορισμός. Ποιος λέει και ποιος ακούει, διότι ο καθένας ενήλικος είναι υπεύθυνος και προς τους άλλους και προς τον εαυτό του.

Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Αφιερωμένο στους ανθέλληνες υποτακτικούς της Νέας Τάξης Πραγμάτων και του Διεθνούς Σιωνισμού!!!

 Το αθάνατο Έθνος των Ελλήνων θα είναι το καρφί στα μάτια των βαρβάρων.

23

Ο Ματρόζος

του Γεωργίου Στρατήγη (1860-1938)

Ένας Σπετσιώτης γέροντας, σκυφτός από τα χρόνια,
με κάτασπρα μακριά μαλλιά, με πύρινη ματιά,
σαν πλάτανος θεόρατος γυρμένος απ’ τα χιόνια,
περνούσε πάντα στο νησί τα μαύρα γηρατειά.
Είναι από κείνη τη γενιά κι ο γέρο καπετάνος
που ακόμα και στον ύπνο του την έτρεμε ο Σουλτάνος.

Είναι από κείνους που έχυσαν το αθάνατό τους αίμα,
από τους χίλιους που έβγαλες, πατρίδα μου χρυσή,
είναι από κείνους που έβαλαν στην κεφαλή σου στέμμα
και άγνωστοι σβηστήκανε στο δοξαστό νησί.
Είχες αστέρια ολόλαμπρα στον ουρανό σου κι άλλα,
μα εκείνα που δεν έλαμψαν ήσανε πιο μεγάλα.

Σαν έγραψαν με το δαυλό της ιστορίας μόνοι,
χωρίς γι’ αυτούς τους ήρωες μια λέξη αυτή να πει,
με την πληγή τους για σταυρό κι ατίμητο γαλόνι,
άλλοι στα δίχτυα εγύριζαν και άλλοι στο κουπί.
Κι οι στολοκάφτες των Σπετσών, τ’ ατρόμητα λιοντάρια,
με τις βαρκούλες έπιαναν στο περιγιάλι ψάρια.

Ο γέρος μας παράπονο ποτέ δε λέει κανένα,
μα καπετάνους σαν ιδεί μες στα βασιλικά,
εκείνους που ‘χε ναύτες του με μάτια βουρκωμένα
στα περασμένα εγύριζε και στα πυρπολικά,
και ξαπλωμένος δίπλα μου, μου ‘λεγε εκεί στην άμμο
πόσα καράβια εκάψανε στην Τένεδο, στη Σάμο.

“Παιδί μου, τώρα εγέρασα, παιδί μου θ’ αποθάνω”,
στο τέλος πάντα μου ‘λεγε μ’ έν’ αναστεναγμό,
“Ένας Ματρόζος δεν μπορεί να κάνει το ζητιάνο,
μα να βαστάξω δεν μπορώ της πείνας τον καημό.
Κλαίω που αφήνω το νησί, θα πάω στην Αθήνα,
πριν πεθαμένο μ’ εύρετε μια μέρα από την πείνα…

Μου λεν, ο καπετάν Κωνσταντής, απ’ τα Ψαρά κει πέρα,
πως υπουργός εγίνηκε μεγάλος και τρανός,
κι αν θυμηθεί πως τη ζωή τού έσωσα μια μέρα
απ’ έξω από την Τένεδο, μπορούσε ο Ψαριανός
να κάνει τίποτε για με κι ίσως να δώσουν κάτι
σ’ εκείνον που ‘χε τάλαρα τη στέρνα του γεμάτη”.

Πέντε έξι ημέρες ύστερα εμπήκε στο βαπόρι
κι ακουμπιστός περίλυπος επάνω στο ραβδί,
ως που στην Ύδρα έφθασε, εγύριζε στην πλώρη
το λατρευτό του το νησί ο γέροντας να δει.
Και σκύβοντας τα κύματα δακρύβρεχτος ερώτα,
πως φεύγει τώρ’ απ’ το νησί και πως ερχόταν πρώτα.

“Εδώ τι θέλεις, γέροντα;” ρωτά τον καπετάνο
στο υπουργείον εμπροστά κάποιος θαλασσινός
ντυμένος στα χρυσά. “Παιδί μου, είναι πάνω
ο Κωνσταντής;”. “Ποιος Κωνσταντής;”. “Αυτός… ο Ψαριανός”.
“Δε λεν κανένα Ψαριανό, εδώ είναι Υπουργείο,
να ζητιανέψεις πήγαινε μες στο φτωχοκομείο!”.

Ο γέρος ανασήκωσε το κάτασπρο κεφάλι
και τα μαλλιά του εσάλεψαν σαν χαίτη λιονταριού
και με σπιθόβολη ματιά μες απ’ τα στήθια βγάνει
με στεναγμό βαρύγνωμο φωνή παλληκαριού :
“Αν οι ζητιάνοι σαν κι εμέ δεν έχυναν το αίμα,
οι καπετάνοι σαν και σε δεν θα φορούσαν στέμμα!”

Τότε ο Κανάρης που άκουσε φιλονικία κάτου,
στο παραθύρι πρόβαλε να δει ποιος τον ζητεί
και το νησιώτη βλέποντας λαχτάρησε η καρδιά του
και να ‘ρθει επάνω διέταξε με τον υπασπιστή.
Κάτι η φωνή του γέροντα του εξύπνησε στα στήθη,
κάτι που μοιάζει με όνειρο μαζί και παραμύθι.

Τον κοίταξε τα μάτια του μες στα μακριά του φρύδια,
που μοιάζανε σαν αετούς κρυμμένους στη φωλιά,
στον καπετάνο εφάνηκαν με την φωτιά την ίδια,
όταν τα εφώτιζε ο δαυλός τα χρόνια τα παλιά.
Κι ένας τον άλλο κοίταζε κατάματα οι δυο γέροι,
ο ημίθεος τον γίγαντα, ο ήλιος το αστέρι.

“Δεν με θυμάσαι, Κωνσταντή;” σε λίγο του φωνάζει,
“γρήγορα συ με ξέχασες, μα σε θυμάμαι εγώ!…”.
“Ποιος το ‘λπιζε να δει ποτές”, ο γέροντας στενάζει,
“τον καπετάνο ζήτουλα, το ναύτη υπουργό!…”.
Και σκύβοντας την κεφαλή στα διάπλατά του στήθη,
τη φτώχεια του ελησμόνησε, τη δόξα του εθυμήθη.

“Ποιος είσαι, καπετάνο μου; Και ποιο ‘ναι το νησί σου;”,
ο Ψαριανός τον ερωτά με πόνο θλιβερό,
“πενήντα χρόνια, μια ζωή, περάσανε, θυμήσου
απ’ της καλής μου εποχής, εκείνης τον καιρό.
Μήπως στην Σάμο ήσουνα την εποχή εκείνη;
Στην Κω, στην Αλεξάνδρεια, στη Χίο, στη Μυτιλήνη;”

Απ’ έξω απ’ την Τένεδο …πενήντα πέντε χρόνια
επέρασαν απ’ την στιγμήν εκείνη, σαν φτερό.
Σαν να σε βλέπω Κωνσταντή, δε θα ξεχάσω αιώνια…
Ακόμα στο μπουρλότο σου καβάλα σε θωρώ…
Χρόνος δεν ήταν που ‘καψες στη Χίο τη ναυαρχίδα
κι ήταν η πρώτη μου φορά εκείνη που σε είδα…

Απ’ έξω απ’ την Τένεδο, θυμάσαι; Μια φρεγάδα
σ’ έβαλε εμπρός μ’ αράπικου αλόγου γληγοράδα
μ’ οχτώ βατσέλα πίσω της εμοιάζαν περιστέρια
κι εσύ γεράκι γύρω τους… επάνω στο μπουρλότο,
που την κορβέτα τίναξες πρωτύτερα στ’ αστέρια,
σαν δαίμονας μες στον καπνό γλυστρούσες και στον κρότο.

Σε καμαρώνω από μακριά… κι οι ναύτες κι ο λοστρόμος
μ’ εξώρκιζαν να φύγουμε τους είχε πιάσει τρόμος,
γιατί η αρμάδα ζύγωνε επάνω στο τιμόνι
θάρρος στους ναύτες σου έδινες… δεν βάσταξε η καρδιά μου,
σε μια στιγμή χανόσουνα, σε μια στιγμή και μόνη
και “όρτσα! μάινα τα πανιά!” φωνάζω στα παιδιά μου.

Στο στρίψιμο του τιμονιού μας σίμωσες… μ’ αντάρα,
ο Τούρκος κοντοζύγωνε η μαύρη μου καμπάρα
αστροπελέκια και φωτιές και κεραυνούς πετούσε,
μα σαν δελφίνι γρήγορα κι εκείνος εγλιστρούσε.
Οι ναύτες μου φωνάζανε: “Τι κάνεις καπετάνο;”
Κι εγώ τους λέω: “Τον Ψαριανό να σώσω κι ας πεθάνω…”.

Και σου πετώ τη γούμενα… και δένεις το μπουρλότο…
κάνω τιμόνι δεξιά… το φλογερό το χνώτο
του Τούρκου θα σε βούλιαζε – θυμάσαι; Σου φωνάζω,
“Πρώτος απ’ όλους ν’ ανεβείς”, μα δεν μ’ ακούς κι αφήνεις
άλλοι ν’ ανέβουν… έσκυψα κι απ’ τα μαλλιά σ’ αδράζω,
και σ’ έσωσα κι εφύγαμε… μα δάκρυα βλέπω χύνεις!…”.

“Ματρόζε μου!” δακρύβρεχτος ο Κωνσταντής φωνάζει
και μες στα στήθη τα πλατιά σφιχτά τον αγκαλιάζει.
Κι ενώ οι δύο γίγαντες με τα λευκά κεφάλια
στ’ άσπρα τους γένεια δάκρυα κυλούσαν σαν κρυστάλλια,
δυο κορφοβούνια μοιάζανε γεμάτα από το χιόνι,
όταν του ήλιου το φιλί την άνοιξη το λειώνει.-

Οδυσσέας Τηλιγάδας

Ευριπίδου 57 10554 Αθήνα Τηλ: 210 3250220

elas@otenet.gr

Hρωϊκή Θυσία

«Εν πεζίνα Μάστρε! Θα μας κάψουν ζωντανούς» – Σαν σήμερα θυσιάστηκε ο Γρηγόρης Αυξεντίου (Φωτογραφίες & Βίντεο)

afxentiou

ΤΡΕΙΣ του Μάρτη 1957, μιάμιση η ώρα μετά το μεσημέρι και η μάχη του Μαχαιρά συνεχιζόταν. Από τις έξι το πρωί. Ο γενναίος των γενναίων Γρηγόρης Αυξεντίου, με το συναγωνιστή του Αυγουστή Ευσταθίου, αναμετρούνταν, ως νέοι Δαυίδ προς τους αποικιοκράτες Γολιάθ: Με εκατοντάδες Άγγλους πάνοπλους στρατιώτες, στο κρησφύγετό τους, ένα περίπου χιλιόμετρο ΒΑ΄ του μοναστηριού της Παναγίας της Μαχαιράδος.Το χάνι της Γραβιάς, οι Θερμοπύλες, η Αλαμάνα και οι άλλοι τόποι θυσίας των Ελλήνων προγόνων μας, αναβίωναν τις ώρες εκείνες στην Κύπρο, στο πρόσωπο του 29χρονου έφεδρου αξιωματικού του ελληνικού στρατού από την ηρωική Λύση, κορυφαίου στελέχους της απελευθερωτικής προσπάθειας των Ελλήνων Κυπρίων για αποτίναξη του αγγλικού ζυγού. Του θρυλικού Ζήδρου, του Αίαντα, του Ζώτου και Άρη της ΕΟΚΑ.

Η ΜΑΚΡΑ, ως την ώρα εκείνη διάρκεια της μάχης και η αποτυχία των Άγγλων να πλησιάσουν έστω στη σπηλιά, έκανε τον Αυγουστή – τον «Ματρόζο» της ΕΟΚΑ – να ενθουσιαστεί τόσο πολύ, ώστε να φωνάξει στον Γρηγόρη:

– Δεν μας φκάλλουν πιον Μάστρε μου που δαμέσα! Μόλις νυχτώσει, θα φύουμε!..

Δεν έχασε, μάλιστα, καιρό ο «Ματρόζος» και άρχισε τις προετοιμασίες. Εφτιαξε το γυλιό, έβαλε χρειώδη πρώτων βοηθειών και μερικά άλλα πράγματα, οπότε με περισσότερη πια αυτοπεποίθηση ξαναείπε στον Γρηγόρη:

– Αλλά και να πεθάνουμεν Μάστρε, δεν πειράζει! Οι άλλοι που θα μείνουν, θα συνεχίσουν τον αγώνα…

– Δεν επεθάναμεν ακόμα ρε μισκή (μικρέ), του απάντησε ο Αυξεντίου. Και πρόσθεσε:

– Δεν σημαίνει, όμως τίποτε, αν έρθουν έτσι τα γεγονότα, που θα πρέπει να πεθάνουμε…Μήπως δεν το ξέραμε από την πρώτη στιγμή του αγώνα ότι ο θάνατος παραμονεύει σε κάθε μας βήμα; Μήπως αυτό δεν είναι το καθήκον μας; Να ελευθερώσουμε την πατρίδα, έστω και με το θάνατό μας;

Και ο Αυγουστής τότε, σφόδρα ενθουσιασμένος, επανάλαβε:

– Είμαι σίουρος Μάστρε, ότι μόλις νυχτώσει θα φύουμε!..

Ο Γρηγόρης, όμως, έμπειρος στα στρατιωτικά και έχοντας υπ’

όψη και τις πιο σκληρές και απάνθρωπες μεθόδους που είχαν χρησιμοποιήσει μέχρι τότε κάποιοι αντίπαλοι, του υπέδειξε προφητικά:

– Έχουν κι άλλα, πολλά και διάφορα, μέσα «Ματρόζο» και, στην ανάγκη, όλα θα τα χρησιμοποιήσουν εναντίον μας!..

ΔΕΝ είχε τελειώσει ο «Μάστρος» τη φράση του αυτή και μια έντονη οσμή άρχισε να αναδύεται στο στενό κρησφύγετο. Ένα υγρό κυλούσε στον πίσω τοίχο της σπηλιάς και, σε ελάχιστο χρόνο μέσα, είχε «κολυμπώσει» στο χωμάτινο δάπεδο…Ήταν βενζίνη!

Ο ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ καθόταν την ώρα εκείνη με τη ράχη στον τοίχο που «ξερνούσε» βανζίνη, ενώ ο Αυγουστής ήταν γονατισμένος κοντά στο στόμιο του κρησφυγέτου. Η έντονη μυρωδιά του «σούβλιζε» κυριολεκτικά τα ρουθύνια, οπότε, με πολλή απορία και αγωνία, απευθύνθηκε ανήσυχος στον «Μάστρο» του:

– Εν πεζίνα Μάστρε! Θα μας κάψουν ζωντανούς!..

ΔΕΝ πρόλαβαν να πουν οτιδήποτε άλλο και έσκασαν απανωτά στο χώρο του κρησφυγέτου τρεις εμπρηστικές βόμβες, οι οποίες και μετέτρεψαν αμέσως τη σπηλιά σε φλογισμένο καμίνι!

ΟΙ ΦΛΟΓΕΣ αυτόματα πυρόκαψαν τα μαλλιά και το δεξί μέρος του προσώπου του Αυγουστή. Ο πόνος που δέχτηκε ήταν δυνατόςμ όμως δεν ήταν αυτό που προείχε. Ασυναίσθητα έβαλε στο πρόσωπο τα χέρια, με έντονο και πάλι το αίσθημα της καύσης και σ’ αυτά. Την κρίσιμη εκείνη όμως ώρα, η έγνοια του «Ματρόζου» ήταν ο Αυξεντίου, ο «Μάστρος». Έστεψε τότε αστραπιαία το βλέμμα προς αυτόν για να δει, όμως, τι; Οι φλόγες τον είχαν ζώσει από πάνω μέχρι κάτω! Σαν πεύκο, που το πλημμυρίζει η φωτιά! Κι όμως, σαν από θαύμα, το πρόσωπό του παρέμεινε ήρεμο και γαλήνιο. Και το πιο συγκινητικό, συγκλονιστικό: Δευτερόλεπτα προτού η ψυχή του υπέροχου αγωνιστή οδεύσει προς τα ουράνια και, παρά τη φρίκη των στιγμών, ο Αυγουστής τον ακούει να του λέει:

– Μην φοβάσαι βρε Ματρόζο, μην φοβάσαι!..

Αν είναι δυνατό!..

ΑΠΛΕΤΑ στοργικός και την κρίσιμη εκείνη ώρα του θανάτου υπήρξε ο Γρηγόρης. Ανθρώπινος όσο κανένας άλλος και πονόψυχος, ακόμα και τη στιγμή που οι σάρκες του ψήνονταν από τη βενζίνη και σαν πύρινη ρομφαία εγκατέλειπε τα γήινα και μετακόμιζε στην αθανασία, δεν παρέλειψε να δώσει στον «μισκή» την τελευταία του διδαχή. Μια εμψυχωτική συμβουλή – απόσταγμα πατρικής αγάπης και αιώνιας συναγωνιστικής προτροπής: «Μην φοβάσαι»! Όπως άφοβος, ατρόμητος και ακούραστος ήταν ο ίδιος. Και με τη διδαχή αυτή να παραμένει χαραγμένη εσαεί στα κατάστιχα της Ιστορίας ως άφθαρτο δείγμα αντρειοσύνης και παραδειγματισμού για όλες τις επερχόμενες γενιές…

23

Γρηγόρη ήσουν κορυφή σ’ αισθήματα και ήθος,

αμέτρητα παράσημα κουβάλαγες στο στήθος,

που θα’ χει για υπόδειγμα,

αλλά και ως παράδειγμα, όλης της γης το πλήθος!

***   ***

Ο ΑΥΓΟΥΣΤΗΣ, μπροστά στο καταθλιπτικό θέαμα του καιόμενου «Μάστρου» του, με τόνους ταραχής σ’ όλο του το σώμα και την καρδιά συντριμμένη, κινήθηκε σαν ναρκωμένος.  Κυρτός όπως ήταν, διπλωμένος, άφησε το σώμα του να κυλήσει προς τη ρεματιά. Όπως το όχημα, που κατηφορίζει από το βουνό χωρίς φρένα…Ευτυχώς, τον σταμάτησε, μερικά μέτρα πιο κάτω μια πυκνή λατζιά, ένας θάμνος, ο πρώτος που βρέθηκε στο ελεύθερο κατέβασμά του. Οι πυκνοί καπνοί, που κυριαρχούσαν την ώρα εκείνη στην περιοχή, τον βοήθησαν να μην γίνει αντιληπτός από τους Άγγλους, παρατηρώντας ενδελεχώς από εκεί, με σφιγμένη την καρδιά, τα διαδραματιζόμενα. Εκμεταλλευόμενοι, όμως, τους καπνούς οι στρατιώτες, βρήκαν την ευκαιρία να πλησιάσουν πιο πολύ στο φλεγόμενο κρησφύγετο.

***   ***

ΗΤΑΝ ήδη δύο το απόγευμα, όταν ταρακούνησε συθέμελα τη σπηλιά μια πολύ δυνατή έκρηξη, η οποία πέταξε πέρα-δώθε πέτρες και χώματα. Μέχρι κι εκεί που κρυβόταν ο Αυγουστής, που παρέμενε ακίνητος σαν σε καραούλι. Στο μεταξύ, οι στρατιώτες δεν άργησαν να περικυκλώσουν την είσοδο της σπηλιάς και ν’ αρχίσουν το ψάξιμο του εδάφους σπιθαμή προς σπιθαμή. Στα πλαίσια αυτά δεν άργησαν να φτάσουν και στο θάμνο που κρυβόταν ο Αυγουστής, ο οποίος, κυριολεκτικά, βρέθηκε μπροστά σε ανήμερα θηρία!, Μόλις τον εντόπισαν, ένας χειροδύναμος στρατιώτης χύμηξε πάνω του, τον σήκωσε με δύναμη στα χέρια του και το πέταξε σαν σακί στο χώμα, πατώντας τον στη συνέχεια με την αρβύλα ασφυκτικά στο στήθος, ενώ ούρλιαζε:

– Εσύ είσαι ο Αυξεντίου;

– Όχι, απάντησε ο Αυγουστής.

– Είσαι ο Πατρόσης;, (Ματρόζος, μάλλον, ήθελε να πει, που ήταν το ψευδώνυμό του Ευσταθίου).

– Ναι, του απάντησε χωρίς περιστροφές, ο αγωνιστής.

– Πού είναι ο Αυξεντίου;

– Έκρουσεν εκεί μέσα!..

– Είσαι ψεύτης, ούρλιαξε με λύσσα ο Άγγλος. Και πρόσθεσε:

– Τότε να μπεις μέσα και να τον βγάλεις έξω!..

ΤΟ ΚΡΗΣΦΥΓΕΤΟ εξακολουθούσε ακόμη να φλέγεται, γεγονός που έκανε τον Αυγουστή ν’ αρνείται να μπει μέσα, οπότε ο Άγγλος, μαινόμενος, του άρχισε κλωτσιές και σπρωξιές, που τον έφεραν συρτό σε δευτερόλεπτα, μέσα στη σπηλιά. Ήταν τόσο άγριος εκείνος ο «πολιτισμένος» Άγγλος, που δεν παρέλειπε να του καταφέρει στα πλευρά και δυνατά κτυπήματα με τον υποκόπανο του όπλου του, εκστομίζοντας παντός είδους βρισιές εναντίον του!

Βρέθηκε στα ουράνια ο «Μάστρος» σαν αστέρι,

μα τον «Ματρόζο» άφησε ανάμεσα σ’ ασκέρι,

σε χέρια μακελλάρηδων σκληρά να υποφέρει!..

***   ***

24

ΜΕ το που τρύπωσε ο Αυγουστής στο κρησφύγετο, ένας στρατιώτης τον άρπαξε από το πόδι και τον κρατούσε σφιχτά! Ο σκοπός του φανερός: Για να μην του ξεφύγει και μπει και κρυφτεί, όπως συνέβη ώρες πριν.

ΑΥΤΟ που είχε προηγηθεί, ήταν το ότι σε κάποια φάση της μάχης, οι Άγγλοι είχαν ρίξει στην είσοδο της σπηλιάς χειροβομβίδα και ο Αυγουστής, που ήταν έξω εκείνη την ώρα μαζί με τους άλλους συντρόφους του Αυξεντίου, ξεγέλασε τους στρατιώτες και μπήκε στο κρησφύγετο, λέγοντάς τους ότι «ο Αυξεντίου πέθανε». Αυτοί του είπαν να τον βγάλει έξω, όμως ο Αυγουστής βρέθηκε κοντά στον «Μάστρο» του, φροντίζοντας, μάλιστα, να φωνάξει με πολλή ικανοποίηση και παληκαριά στους Άγγλους:

-Τώρα είμαστε δύο, ελάτε να μας πιάσετε!..

Και συνέχισαν μαζί τη μάχη.

***   ***

ΤΟ ΘΕΑΜΑ, που αντίκρυσε μπαίνοντας στο κρησφύγετο τη δεύτερη φορά ο Αυγουστής ξυλοκοπούμενος, ήταν συγκλονιστικό: Ο «Μάστρος» του, ο ημίθεος Γρηγόρης Αυξεντίου κειτόταν νεκρός ανάσκελα, σαν πραγματικό κάρβουνο από τη μέση και πάνω, με το αριστερό του χέρι υψωμένο! Από τη μέση και κάτω, το σώμα συνέχισε ακόμη να καίγεται!..

Ο ΑΥΓΟΥΣΤΗΣ προσπάθησε να πιάσει το πυρίκαυστο σώμα, όμως κάηκε και τραβήχτηκε ασυναίσθητα προς τα πίσω. Την ίδια ώρα, οι στρατιώτες δεν έπαυαν να του φωνάζουν για να τον σύρει έξω, κι αυτός συνέχεια τους απαντούσε πως ήταν νεκρός. Δεν τον πιστεύαν, όμως. Κάθε φορά, μάλιστα, που τους το έλεγε, αυτοί ωρύονταν, προστάζοντάς τον να του πάρει το παπούτσι αν πράγματι ήταν νεκρός. Το προσπάθησε κι αυτό ο Αυγουστής, αλλά έκανε και πάλι πίσω, αφού καιγόταν και πνιγόταν από τους καπνούς. Τότε, με μια δυνατή ξαφνική κίνηση απελπισίας βρέθηκε έξω, όπου οι Άγγλοι συνέχιζαν να του λένε πως ο Αυξεντίου δεν πέθανε, γι’ αυτό και τον έσπρωχναν να μπει και πάλι μέσα για να τον βγάλει! Αυτός, έχοντας γνώση τις φοβερά ψηλές θερμοκρασίες που επικρατούσαν στη σπηλιά, τους έλεγε πως προτιμούσε να πεθάνει παρά να μπει μέσα! Τότε οι Άγγλοι σκέφτηκαν και σήκωσαν μια μεγάλη πέτρα, από τις πολλές που βρίσκονταν πάνω από το κρησφύγετο, οπότε φάνηκε νεκρός ο Αυξεντίου!…Και ήταν τότε, ακριβώς, που έλαμψαν από ικανοποίηση τα πρόσωπα των Άγγλων. Παρέμειναν έτσι χαμογελαστοί για μερικά λεπτά και μετά, σκυφτοί και αμίλητοι οδήγησαν τον Αυγουστή στο μοναστήρι του Μαχαιρά, όπου σε λίγο πήραν και δυο από τους τρεις άλλους συντρόφους του Αυξεντίου: Τον Αντώνη Παπαδόπουλο και το Φειδία Συμεωνίδη.

***   ***

ΚΑΤΩ από τις δραματικές, συγκλονιστικές, αυτές συνθήκες, πέταξε προς τη δόξα ο Γρηγόρης Αυξεντίου. Στεφανωμένος με το χρυσό διάδημα του μέχρι τελευταίας πνοής μαχητή της κυπριακής ελευθερίας, αφήνοντας, όμως, πίσω του τον Αυγουστή απαρηγόρητο. Που με πολύ πικρό παράπονο, έλεγε και ξανάλεγε και επαναλαμβάνει και τώρα στα γεράματά του:

– Ουδέποτε θα βρω τη ψυχική μου γαλήνη, γιατί ο Ύψιστος δεν με αξίωσε να πέσω κοντά του, να πεθάνω για την πατρίδα μαζί με τον θρυλικό μου Μάστρο, που δόξασε την Κύπρο!..

Γρηγόρη όσα κι αν σου πω, όσο κι αν σε παινέψω,

αδύνατο στη δόξα σου πλησίον να κοντέψω

της υδρογείου ποταμούς ακόμα κι αν στερέψω!

(Αρχείο Νίκου Παπαναστασίου-απόσπασμα)

Πηγή: nikospa.wordpress.com

http://offsite.com.cy/

Μοιραστείτε το!

3 comments to Αφιερωμένο στους ανθέλληνες υποτακτικούς της Νέας Τάξης Πραγμάτων και του Διεθνούς Σιωνισμού!!!

Leave a Reply

You can use these HTML tags

<a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>