Επιβάλετε να κάνω μια εισαγωγή. Ο παρακάτω φίλος μου επιστήμονας είναι ο πατριώτης επιστήμονας που είναι ειδικός Γεωλόγος και διδάσκει σε πανεπιστήμιο της Γερμανίας,στο φλέγον θέμα που μας κρατάνε στο σκοτάδι μπορεί να μας εξήγηση τι; Πως; Και γιατί; Ας διαβάσουμε επιτέλους ανθρώπους μου μοχθούν χωρίς κανένα όφελος και διακινδυνεύοντας αν όχι την ζωή τους την ησυχία τους. Έχει παρέμβει με αρκετά άρθρα του που θα βρείτε στην κατηγορία θεμάτων, οι συγγραφείς. Ας σταματήσουμε να θεωρούμε έγκυρους επιστήμονες αυτούς που μας πλασάρουν επί πληρωμή τα βρόμικα ΜΜΕ.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Δ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ
PD Dr.-Ing. Georg Chaziteodorou Bleibergweg 114 D-40885 Ratingen Tel.+Fax: 02102 32513 E-Mail: chaziteo@t-online.de
10.12.2012
του Γ. Θ. Χατζηθεοδωρου
Αντικαθιστα η ανατολικη Μεσογειος θαλασσα τον Περσικο Κολπο;
Οι απολιθωματικοι (;) Υδρογονανθρακες, Πετρελαιο και Φυσικο Αεριο, ειναι εδω και πολλες εκατονταετιες γνωστοι και χρησιμοποιουνταν εκει που αναβλυ-ζαν φυσιολογικα μεχρι την γηινη επιφανεια. Στην περιοχη «Κερι» της νησου Ζακυνθου στο Ιονιο Πελαγος, αναβλυζει Πετρελαιο μεχρι σημερα απο την αρχαια εποχη. Οι αρχαιοι Αιγυπτιοι γνωριζαν την επεξεργασια του Πετρελαιου και ως «Διαδικασια-Cracking». Χρησιμοποιουσαν πετρελα’ι’κα Προ’ι’οντα για την βαλσαμοποιηση των Μουμιων. Στην Ευρωπη τον Μεσαιωνα χρησιμο-ποιουνταν παραγωγα Πετρελαιου ως θαυματουργα θεραπευτικα μεσα. Μια μεγαλυτερη οικονομικη σημασια ελαβε το Πετρελαιο, οταν αρχισε ο συστηματικος εντοπισμος κοιτασματων στην Πεννσυλβανια των ΗΠΑ.
Οι επιστημες του ανθρωπου δεν ειναι καθαρες επιστημες, καθοσον ο ανθρωπος ως δημιουργος της επιστημονικης γνωσης, δεν ειναι δυνατον να γινη καθαρο αντικειμενο παραγωγης επιστημονικης αληθειας, διοτι καθισταται ταυτοχρονα υποκειμενο και αντικειμενο. Πολυ συχνα εγκαταλειπεται η επιστημονικη μεθο-δος και ακολουθειται ο δρομος που καταληγει σε χωρους φαντασιωσης και ετσι γεννιεται ο Μυθος, που σημαινει λογος, διηγηση, ιερη ιστορια κ.α. και αποτελει ενα μονδελο πανω στο οποιο μπορουν να προσαρμοσθουν, να μοιασουν ‘η και να ενσαρκωσουν πολλα γεγονοτα σε διαφορες εποχες, γιατι «δεν ειναι η ιστορια που επαναλαμβανεται, αλλα ο μυθος που επανεμφανιζεται». Ποιος ειναι ο ρολος του μυθου στους πλατωνικους διαλογους π.χ. στον Γοργια για την κριση των ψυχων, στον Φαιδωνα ο μυθος του Ηρος, στον Κριτια ο μυθος της υπαρξης της Ατλαντιδας, στον Φαιδρο ο μυθος της αρπαγης της Ωρειθυιας απο τον Βορεα, στον Τιμαιο ο μυθος του Φαεθωντα, στον Πολιτικο ο μυθος του Τιμονιερη, στην Πολιτεια ο μυθος της Σπηλιας κ.α. ; Επειδη αυτος αποτελει ενα ιδα-κο προτυπο της πραγματικοτητας και χρησιμοποιει μια συμβολικη, αλληγορικη γλωσσα απαιτει η γλωσσα αυτη μια αποκρυπτογραφηση. Για αυτον που δεν εχει τα κλειδια της αποκωδικοποιησης, ο Μυθος ειναι ενα παραμυθι, μια ψευτικη ιστορια.
Για ποιο λογο τα δηθεν χειροπιαστα και αποδεδειγμενα γιγαντιαια κοιτασματα
Υδρογονανθρακων στον ανατολικομεσογειακο χωρο δημοσιοποιουνται για πρωτη φορα απο το Geological Survey των ΗΠΑ το 2009/10, δηλαδη μεσα στην δινη της οικονομικης κρισης, παραμενει ενα αινιγμα. Υπαρχει και μια παραλ-ληλος υποθεση. Πριν 40 χρονια στις αρχες του 1972, δραστηριοποιησε η «Λεσχη της Ρωμης» με την δημοσιευση της μελετη της «τα ορια της Αναπτυ-ξης» τις ερευνες για στρατηγικες πρωτες υλες στο θαλασσιο περιβαλον απο την σχετικη βιομηχανια. Ο τοτε υπουργος εξωτερικων των ΗΠΑ απειλησε τις χωρες παραγωγης πρωτων υλων, οτι θα καθονται πανω στα κοιτασματα τους διοτι δηθεν οι ΗΠΑ κατεχουν την τεχνολογια εκμεταλλευσης των κοιτασματων κονδυλων Μαγγανιου απο βαθειες θαλασσες. Απο την εποχη εκεινη μεχρι σημερα εντοπισθηκαν μεν στο θαλασσιο περιβαλλον πολλα κοιτασματα Υδρο-γονανθρακων χωρις να υπαρχει μεχρι σημερα η τεχνολογια εκμεταλλευσης των κοιτασματων κονδυλων Μαγγανιου και χωρις να υλοποιηθη η σχετικη προβλεψη του κυριως συγγραφεα της μελετης της Λεσχης της Ρωμης, κ. Dennis Meadows.
Σχετικα με την δημιουργια των κοιτασματων Υδρογοανθρακων υπαρχουν πολλες θεωριες. Μεταξυ αυτων και τετοιες στις οποιες υφισταται σχεση μεταξυ της γενεσης και συσσωρευσης και τετοιες στις οποιες υποστηριζεται, οτι η προελευση των Υδρογονανθρακων δεν ειναι οργανικη αλλα ανοργανος. Σημερα υπερισχυει η αποψη, οτι τα απολιθωματικα κοιτασματα Υδρογονανθρωκων εχουν οργανικη προελευση και οτι μεταξυ της γενεσης και συσσωρευσης τους σε αποθεματικα πετρωματα υπαρχει μια αρχικη σχεσης. Στο Πετρελαιο βρισκονται οργανικα υπολειματα οπως π.χ. στο αιμα και στα πρασινα φυλλα, τα γνωστα δακτυλια πορφυρινιου και δειχνουν την οργανικη του προελευση. Και βασει των ονομασθεντων βιολογικων σημαδειων ‘η χημειοαπολιθωματων με με χαρακτηριστικα μορια, αποδεικνυεται και η στατιστικη συσχετιση μεταξυ Πετρελαιου και του μητρικου πετρωματος αυτου. Μεσα στα ιζηματα, η οργανι-κη υλη Κηρογινη υφισταται μια διαδικασια εξελιξης, οπου αυτη υπο την επι- δραση της πιεσης και θερμοκρασιας μεταβαλλεται σε ικανους διελευσης μεσα απο τους πορους του αποθεματικου πετρωματος Υδρογονανθρακες. Η δημιουρ- για υγρας μορφης Υδρογονανθρακων εξαρταται απο δυο προ’υ’ποθεσεις.
Η μιαειναι η αρχικη οργανικη ουσια Κηρογινη να επιτρεπη την μεταβολη. Απο τις τρεις γνωστες μορφες Κηρογινης μονο η μια ειναι ανικανη για την μεταβολη και μαλιστα αυτη με την ελαχιστη περιεκτικοτητα σε υδρογονο. Η δευτερη ειναι η επιτευξη ενος καταλληλου σταδιου ωριμανσης για την γεννηση των Υδρογονανθρακων. Η ωριμανση αυτη λαμβανει χωρα μεταξυ 65 και 150 βαθμους Κελσιου θερρμοκρασια. Σε σχεση με τον βαθμο θερμοκρασιας γενεσης μπορει να υπολογισθη εως ποιο βαθος μπορει να δημιουργηθη Πετρελαιο περαν απο το οποιο οεντοπισμος κοιτασματων ειναι απιθανος. Κατα την θεωρια αυτη ο βαθμος
κειται μεταξυ 3 βαθμων Κελσιου ανα 100 μετρα βαθους. Συνεπως το τελικο βαθος εντοπισμου βρισκεται μεταξυ 4000 και 5000 μετρα. Κατα την θεωρια αυτη δεν πρεπει να αναμενονται κοιτασματα Πετρελαιου περαν 5000 μετρα υποβαθριο βαθος. Πως ομως δικαιολογειται, οτι η προσφατη και γνωστη για τα οικολογικα προβληματα που δημιουργησε γεωτριση στον Κολπο του Μεξικου, εντοπισε το κοιτασμα Πετρελαιου σε υποβαθριο βαθος 10.500 μετρα; Μια εξηγηση θα μπορουσε να δοθη, εαν η η δημιουργια του Πετρελαιου δεν ειχε βιολογικες ριζες και η προελευση βρισκεται πολυ βαθεια. Επειδη το Πετρελαιο ειναι ελαφροτερο απο το περιστοιχιζων πετρωμα δεν μπορει να μετακινειται προς τα κατω. Διαφορεικη ειναι η κατασταση με το φυσικο αεριο. Αυτο μπορει να εντοπισθη και σε υποβαθρια βαθη εως 10.000 μετρα.
Υδρογονανθρακες εντοπιζονται γενικα αποθηκευμενοι στο υποβαθρο σε πορωδες πετρωματα και δημιουργουν τα σχετικα κοιτασματα. Ενα πορωδες μεσο ειναι ενα σταθερο σωμα που εχει την ικανοτητητα να αποθηκευση και να επιτρεψη την ροη αεριων και υγρων. Το πορωδες περιγραφει την ικανοτητα της aποθηκευσης και η οποια εξαρταται απο την συμπαγικοτητα του αποθηκευτι-κου πετρωματος (ιδε Σχ. 1). Mε τις ισομετρικες σφαιρες τα κενα ποικιλουν απο 45 % για την ποιο χαλαρη εναποθεση, εως 25 % για την ποιο πυκνη. Η κοκωδης δομη παιζει μεγαλο ρολο στην ποσοτητα σε Υδρογονανθρακες ενος αποθηκευτικου πετρωματος. Ως ιδανικη περιπτωση θεωρουνται τα αμμωδη αποθηκευτικα πετρωματα με κοκκους διαμετρου μεταξυ 0,1 εως 0,2 χιλιοστα. Το προβλημα ροης πετρελαιου εντος των πορων του αποθεματικου πετρωματος ειναι περι-πλοκο διοτι αφ’ ενος μεν οι κοκκοι στην πραγματικοτητα δεν αποτελουνται απο ισομεγεθεις σφαιρες, αλλ απο γωνιωδη ανισα σχηματα, τα οποια συσσωρευον- ται κατα τυχη, αφ’ ετερου η δυναμη βαρυτητας και οι τριβες δεν ειναι οι μονες δυναμεις οι οποιες διεπουν την κινηση του πετρελαιου, αλλα επιδρουν επιπλεον και δυναμεις οι οποιες προερχονται απο την διαφορα της πυκνοτητας του πετρε-λαιου λογω μεταβολης της θερμοκρασιας, του ιξωδους, τασεων συναφειας, οσμητικες πιεσεις κ.α. Τα ειδη των κοιτασματων Υδρογονανθρακων παρισταν-ται στο Σχ. 2. Οι ολικες αποθηκευμενες ποσοτητες για πετρελαιο χαρακτηριζονται με ΟΙP (Oil-in-Place) και για φυσικο αεριο με GIP (Gas-in-Place).
Μονο ενα ποσοστο απο τις ολικες αποθηκευμενες ποσοτητες Υδρογονανθρα-κων μπορει να εξορυχθη. Για το πετρελαιο το ποσοστο αυτο κειται μεταξυ 10 και 50 % για το φυσικο αεριο γυρω στα 90 %. Οι παραγοντες που επιρεαζουν τα ποσοστα αυτα ειναι:
-
Γεωλογικα και φυσικα χαρακτηριστικα του κοιτασματος
-
Οι γνωσεις της Εταιρειας που ασχολειται με την Εκμεταλλευση
-
Το ειδος της επιλεχθεισης μεθοδου Εκμεταλλευσης
-
Τα δεδομενα της Αγορας Υδρογονανθρακων και οι τιμες
-
Το ειδος των συμβασεων με τις κυβερνησεις και οι αναλυφθησες υποχρεωσεις.
Εκτος απο τα γεωλογικα και φυσικα δεδομενα ολοι οι αλλοι παραγοντες ειναι μεταβλητες. Αυτος ειναι ο λογος για τον οποιο τα αποθεματα πρεπει να προσδιοριζονται κατα καιρους εκ νεου.
Οι ολικες ποσοτητες ταξινομουνται βασει των τεχνικων γνωσεων και τις ιδιοτη-τες του κοιτασματος και βασει της ολοκληρωμενης επεκτασης του κοιτασματος που θα υπολογισθει απο τον αρθμο των γεωτρησεων παραγωγης.
Η ταξινομιση των αποθεματων Υδρογονανθρακων λαμβανει χωρα βασει των κανονισμων και ορισμων του Society of Petroleum Engineers (SPE) των ΗΠΑ.
Με Αποθεματα χαρακτηριζονται οι ποσοτηες Υδρογονανθρακων που μπορει να εκμεταλλευτουν απο ενα κοιτασμα με την γνωστη και δοκιμασμενη τεχνολογια.
Με βεβαια αποθεματα (proven Reserven) χαρακτηριζονται οι ποσοτητες που μπορουν να αντληθουν με τις ηδη υπαρχουσες γεωτρησεις και εγκαταστασεις εμπλοτισμου και μεταφορας. Τα βεβαια αλλα μη εξελιχθεντα Αποθεματα (proven undevelpled reserves) περιεχουν:
-
Ποσοτητες στο αποθεματικο πετερωμα πλησιον ηδη εξελιχθεντων περιοχων του κοιτασματος. Αυτα διεπιστωθηκαν εκ των υστερων με μετρησεις
στις γεωτρησεις και γεωλογικες μελετες ως επεκταση του ηδη γνωστου κοιτασματος.
-
Ποσοτητες που συμπληρωματικα γινονται εκμεταλλευσημες στο ηδη γνωστο κοιτασμα με βελτιωση της τεχνολογιας εκμεταλλευσης.
Τα πιθανα αποθεματα (probable reserves) ταξινομουνται ως εξης:
-
Βασει των γνωσεων μας μη βεβαια κοιτασματα π.χ. ανωθεν ‘η κατωθεν της γνωστης περιοχης του κοιτασματος.
-
Ποσοτητες Υδρογονανθρακων σε ατυπες επεκτασεις του ηδη σε παραγωγικη διαδικασια ευρισκομενου κοιτασματος που εντοπισθηκαν κατα την διαρκεια της παραγωγικης διαδικασιας.
-
Επιπλεον εκμεταλλευσημες ποσοτητες απο ενδιαμεσες γεωτρησεις (Infill) οι οποιες αρχικα λογο οικονομικοτητας δεν ειχαν προγραμματισθει.
-
Επιπλεον εκμεταλλευσημες ποσοτητες με συμπληρωματικες τριτογενεις μεθοδους εκμεταλλευσης και δη σε ποιοτητες π.χ. πετρελαιου με μεγαλο ιξωδες (θερμικες μεθοδοι)
-
Επιπλεον εκμεταλλευσημες ποσοτητες σε περιοχες των βεβαιων εκμεταλλευσημων οι οποιες προκυπτουν απο επαναλληπτικες μεθοδους μετρισης.
Τα δυνατα αποθεματα (possible reserves) ταξινομουνται ως εξης:
-
Kατα το δυνατο υπαρκτες ποσοτητες βασει συμπληρωματικων υποδομητικων και στρατογραφικων ερευνων σε γειτονικες περιοχες του κοιτασματος
-
Απο μετρησεις σε γεωτρησεις ‘η σε δειγματολειπτικους πυρηνες του πετρωματος που στο παρων δεν θεωρουνται οικονομικα εκμεταλλευσημες ποσοτητες.
-
Λογω τεχνικων δυνατοτητων προς το παρων παραμενει αβεβαια η εκμε-ταλλευση των ποσοτητων με γεωτρησεις.
-
Γεωλογικες ανωμαλιες εντος του κοιτασματος κανουν αδυνατη την εκμεμεταλλευση μερους του κοιτασματος.
-
Αποθεματα που με την υπαρχουσα τεχνολογια δεν ειναι βεβαια εκμεταλλευσημα.
Τα κερδοσκοπικα αποθεματα θεωρηθηκαν κατα τον σχεδιασμο εκμεταλλευσης του κοιτασματος ως βεβαια αποθεματα. Για την ποσοτοποιηση αυτων
υπολογιζονται ολες οι γεωλογικες και γεωφυσικες πληροφοριες που υπαρχουν απο την γυρω περιοχη.
Στην επιστημη ισχυει η ετσι ονομασθεισα αρχη της φειδωλιας, γνωστη ως «ξυριστικο μαχαιρι-Ockham» (ονομασθεισα ετσι απο τον Wilhelm von Ockham, 1285-1349 μ.Χ.). Βασει της αρχης αυτης, «απο περισσοτερες της μιας θεωριας που καταγινονται να εξηγησουν το ιδιο φαινομενο, διαλεγεται η απλουστερη, δηλαδη αυτη που περιεχει τις λιγοτερες υποθεσεις».
Για την εννοια «Θεωρια» υπαρχουν οι εξης ορισμοι:
-
Κατα τον Πλατωνα χωρις την ευρητερη θεωριση δεν θα υπηρχε ουτε αντιληψη, ουτε επιστημη, «μετα λογου αληθης δοξα».
-
Κατα πολλους συγχρονους επιστημονες, οι θεωριες ειναι πρωτυπα εκφραζομενα με μαθηματικο τροπο και αποσκοπουντα στην μαθηματικη-μορφικη εκφραση της πραγματικοτητας.
-
Μια αλλη ομαδα επιστημονων υποστηριζει, οτι οι θεωριες αποτελουν απλες περιγραφες του ισχυοντος, οι οποιες δεν λαμβανουν υποψη, παρα μονο τα καθαρα επιστημονικα δεδομενα.
-
Κατ’ αλλους, οι θεωριες ειναι οργανα ερευνας και οχι γενικες περιγραφες ‘η σχεσεις. Ειναι κανονες, οροι οι οποιοι βοηθουν την ερευνα, οι οποιοι ικανοποιουν για ενα διαστημα γενικοτερες κατευθυνσεις.
Η επιστημονικη θεωρια, οταν επιβεβαιωνεται, γινεται επιστημονικη αληθεια αναμφισβητητου κυρους. Οταν διαψευδεται αντικαθισταται απο αλλη θεωρια η οποια ειναι ισχυροτερη. Ακομη ομως και οταν μια θεωρια ισχυει επι εκατοντα-ετιες, μπορει λογω νεων πειραματικων αποτελεσματων να ανατραπη ανα πασα στιγμη.
Βασει της θεωριας της βιολογικης δημιουργιας των Υδρογονανθρακων γινεται κατανοητο, οτι τα κοιτασματα αυτων περαν των χερσαιων περιοχων επεκτει-νονται και στο θαλασσιο περβαλλον, τοσο στην υφαλοκρηπιδα οσο και στην υπηρωτικη κατωφερεια αλλα και στην βαθεια θαλασσα. Πολλες φορες αυτα δεν απεχουν πολυ απο τις χερσαιες περιοχες, οπως π.Χ. στον Περσικο Κολπο, στον Κολπο του Μεξικου, στην Ερυθρα Θαλασσα, στην Μαυρη Θαλασσα, στην Κασπια Θαλασσα, στην Βορεια Θαλασσα, κατα μηκος των ακτων της Βενε-ζουελας, της Σουματρας κ.α.
Η επιφανεια των πετρωματα ιζηματογενειας στο υποβαθρο των θαλασσων του πλανητη μας υπολογιζεται με 70 εως 80 εκατομμυρια τετραγωνικα χιλιομετρα.
Απο αυτα το ενα τριτο εχει ερυνητικο ενδιαφερον για εντοπισμο κοιτασματων Υδρογονανθρακων. Δια γεοτεκτονικων ανωμαλιων παραλληλα των ακτων και ηπειρωγενετικων μετακινησεων δημιουργηθηκαν κατα περιοχες χαμηλωματα που μετεφεραν μερη των προγουμενων εξωτερικων περιοχων της υφαλοκρηπι-δας σε θαλασσια βαθη εως 3000 μετρα. Πολλες φορες εγκλοβιζονται ιζηματο-γενης λεκανες μεταξυ δυο συγκρουουμενων πλακων οπως π.χ. η λιμνη των Μολουκκων οπου δυο νησιωτικα τοξα συγρουονται. Και τελος μπορει ενα ιζημαιτογενες πακετο πετρωματων να αποτελη ενα ανεξαρτητο, εδαφος οπως π.χ. οι σφηνοειδης ζωνες στην περιοχη των νησων Κοντιακ και ο Κολπος της Αλα-σκας (1, 2, 3, 4).
Πολλες χωρες στον Κολπο της Γου’ι’νεας στην Αφρικη εγιναν το επικεντρο ανταγωνισμου για τον εντοπισμο νεων κοιτασματων Υδρογονανθρακων. Εδω και λιγο καιρο η Γκανα βρισκετα στο επικεντρο ερευνητικων εργασιων για εντοπισμο κοιτασματων Πετρελαιου. Το ιδιο ισχυει και για τις ακτες του Γκαμπουν, της ισημερινης Γου’ι’νεας, του Κογκο κ.α. Η Νιγερια μαζι με την Λιβυη κατεχουν το 70 % των αποθεματων Πετρελαιου της Αφρικης.
Οι περιοχες του Καυκασου και της Κασπιας Θαλασσης εξελισσονται σε σοβαρες περιοχες τροφοδοτισης με ενεργεια του κοσμου. Στο υποβαθρο της Κασπιας θαλασσης, μεταξυ Μπακου και Τουρκμενισταν και στις ακτες του Καζασταν αναμενονται τεραστια κοιτασματα Υδρογονανθρακων που συγκρινονται με τα κοιτασματα του Ιρακ και του Ιραν.
Οι ερευνητικες εργασιες εντοπισμου Υδρογονανθρακων στα δαση του Καναδα και στις περιοχες της Αρκτικης απειλουν το αγνο ακομη περιβαλλον.
Υπαρχουν στην γηινη επιφανεια περιοχες στις οποιες εξεχουν κρισταλλογενη πετρωματα και οι οποιες κατα την θεωρια βιολογικης γενεσης των Υδρογονανθρακων δεν εχουν καμμια πιθανοτητα για την υπαρξη κοιτασματων, σε αντιθεση με τις ιζηματογενης περιοχες.
Οι εκπροσωποι της θεωριας της βιολογικης γεννησης των Υδρογονανθρακων
Επιχειρηματολογουν, οτι τον τελευταιο καιρο δεν εχουν εντοπισθει μεγαλα κοι-τασματα Υδρογονανθρακων οπως στο παρελθον και οτι η εκμεταλλευση αυτων γινεται συνεχως προβληματικη και πολυ δαπανηρη. Κατα την θεωρια αυτη η βιομαζα του πλανητης μας λαμβανει δια της οδου της φωτοσυνθεσεως (Σχ. 3) απο τον ηλιο καθε χρονο 50 ΤWa ( 1 TWa = 10 στην 12 Watt x 8766 Ωρες =
= 8,7 x 10 στην 15 W.Ω = 8,7 x 10 στην 12 ΚWΩ = 1,1 δισεκατομμυρια t SKE ( 1 SKE = Θερμοτητα κατα την καυση 760 χιλιογραμμα Ανθρακιτου).
Κατα την θεωρια αυτη με τον ως ανω τροπο στην διαρκεια περιπου 700 εκατομ-
μυριων χρονων (απο το Προκαμβριο εως το Τεταρτογενες) δημιουργηθηκαν, απο 3000 Τρισεκατομμυρια τοννους οργανικης υλης που εγκλεισθηκαν σε ολες τις ιζηματογενεις λεκανες της Γης, μονο 2 % (60 Τρισεκατομμυρια τοννοι) Υδρογονανθρακες. Απο αυτους αποτελουν 700 δισεκατομμυρια t SKE (636,4
TWa) εκμεταλλευσημα κοιτασματα Υδρογονανθρακων. Απο αυτα τα εκμεταλ-λευσημα κοιτασματα Πετρελαιου υπολογιζονται με 400 δισεκατομμυρια t SKE
(363,6 TWa) και του φυσικου αεριου με 300 δισεκατομμυρια t SKE (272,7 TWa). Σε αντιστοιχεια οι εκμετακλλευσημες ποσοτητες ανθρακος υπολογιζον-ται με περιπου 2.000 δισεκατομμυρια t SKE και για πετρελαιοσχιστολιθους και πετρελαιοαμμους με περιπου 700 δισεκατομμυρια t SKE (5, 6, 7).
Οι παγκοσμιες ενεργειακες αναγκες της σημερον με παγκοσμιο πληθυσμο των περιπου 7 δισεκατομμυριων ανθρωπων υπολογιζονται ετησιως με 12 TWa, δηλαδη με 13,2 δισεκατομμυρια t SKE. To 2020 με περιπου 9 δισεκατομμυρια
ανθρωπους αυτες υπολογιζονται με 20 δισεκατομμυρια t SKE, το 2040 με περι-
που 9,7 δισεκατομμυρια ανθρωπους με 25 δισεκατομμυρια t SKE και το 2050 με περιπου 10 δισεκατομμυρια ανθρωπους με 28 δισεκατομμυρια t SKE.
Κατα την μεσοζω’ι’κη γεωλογικη περιοδο (245 – 66,4 εκατομμυρια χρονια)
ακομη δε και κατα την διαρκεια της Παλαιοκαινου- Ηωκαινου εποχης (απο 66,4
εως 40 εκατομμυρια χρονια) υπηρχε μεταξυ της Βορειου και Νοτιου Ηπειρου ο
ωκεανος της Τηθυας επι της οποιας ελαβαν χωρα οι ιζηματογενεις εναποθεσεις των μελλοντικων οροσειρων. Η Τηθυα στις γενικες γραμμες υπηρξε τροπικη θαλασσα με χαρακτηριστικα των σημερινων νοτιων κοραλλιων θαλασσων, εις
το πλατος μεν μικροτερο του Ειρηνικου Ωκεανου, κατα χρονικες περιοδους ομως με πλατη μεγαλυτερα του Ατλαντικου Ωκεανου.
Κατα την προσεγγιση των λιθοσφαιρικων πλακων δημιουργουνται οι ζωνες
καταβυθισης (subduction zones). Στις ζωνες αυτες μια ωκεανια λιθοσφαιρικη
πλακα καμπτεται και βυθιζεται στον μανδυα της γης.
Δια την προς βορραν μετακινηση της Αφρικανικης πλακας ‘η την προς νοτον
μετακινηση της ευρασιατικης πλακας αρχισαν στην κρητιδικην (164 – 66,4 εκατομμυρια χρονια) και στην τριτογενη (66,4 – 1,5 εκατομμυρια χρονια) γεω-λογικη περιοδο, οι πτυχωσεις των νεων οροσειρων. Η ανοδος ορογενετικων λω-ριδων συνεπαγετο τεκτονικες παραμορφωσεις των ιζηματων και ισχυρες εφα-πτομενες κινησεις με σχηματισμο λεπιων, επωθησεις κ.α. Επιπλεον στην περιο-δο αυτη παρατηρουνται τασεις περαιτερω κατακερματισμου της Αφρικανικης
πλακας με δημιουργια μιας μεγαλης ρηξιγενους ταφρου απο τα νοτια της Αφρι-κης εως τον Λιβανο, η οποια ειναι η κυριως αιτια γιε την γενεση των ανατολικο-αφρικανικων λιμνων, για την γενεση της ρηξιγενους ταφρου της Ερυθρας θα-
λασσης και της Ιορδανικης ταφρου. Η Ερυθρα θαλασσα αποτελει ενεργον μεσο-ωκεανιον ραχη κατα μηκος της οποιας λαμβανει χωρα ωκεανιος διευρενση.
Πριν 6 περιπου εκατομμυρια χρονια (κατα το τελος της Μειοκαινου εποχης),
με την μετακινηση της Αφρικανικης πλακας προς βορραν απεκλισθηκε η στενη
διοδος προς τον Ατλαντικο Ωκεανο με αποτελεσμα να αποξυρανθη στα ορια του Μειο-πλειοκαινου η Μεσογειος θαλασσα με δημιουργια μιας τεραστιας ερημου, στην οποιαν κατα θεσεις διατηρηθηκε αλμυρο νερο υπο την μορφην αλμυρων λιμνων ‘η ελων.
Η δημιουργια των μεγαλων κοιτασματων Υδρογονανθρακων στην εγγυς και μεση Ανατολη οφειλεται κυριως στην Τηθυα θαλασσα επι της οποιας κατα την διαρκεια της μεσοζω’ι’κης περιοδου και της τριτογενους εποχης (245 – 40 εκατομμυρια χρονια) σχηματισθηκαν ανοικτες λεκανες και λιμνες με στασιμα
νερα. Σε αυτες συγκεντρωθηκαν, κατα την θεωρια της βιολογικης γενεσης των
Υδρογονανθρακων, υπολειμματα του ζω’ι’κου και φυτικου κοσμου μεσοζω’ι’-κης γεωλογικης εποχης, λογω δε ελλειψεως οξυγονου αντι οξειδωσης ελαβεν χωρα η δημιουργια Υδρογονανθρακων.
Γενικα τα κοιτασματα Υδρογονανθρακων της εγγυς και μεσης Ανατολης χαρα-κτηριζονται με τις εξης κατηγοριες:
-
Κοιτασματα εντος των νεων οροσειρων ‘η εντος των παρυφων αυτων ως π.χ. τα κοιτασματα του Ιραν, του Βορειου Ιρακ, του Μοσουλ και του Κιρκουκ.
-
Κοιτασματα επι της παλαιας Ηπειρωτικης πλακας και της αφρικανικης
υφαλοκρηπιδας ως π.χ. τα κοιτασματα της Σαουδικης Αραβιας, του Κου-
βε’ι’τ, της Αλγεριας, της Λιβυης και της Νιγηριας.
Η αρχικη αποψη οτι η γενεση και συγκεντωση εκμεταλλευσημων κοιτασματων
Υδρογονανθρακων περιοριζεται στις παρυφες των πτυχωσεων ανετραπει με τον
εντοπισμο κοιτασματων στα νησια του Περσικου Κολπου, Μπαρε’ι’ με αποτε- λεσμα την αναληψη ερευνητικων εργασιων και επι της αραβικης πλακας με τα γνωστα αποτελεσματα στην Σαουδικη Αραβια, Κοβε’ι’τ, Σε’ι’χατα του Περσι-κου Κολπου κ.α. Η ανασκοπιση των γεωλογικων δεδομενων γυρω απο την ανα-τολικη Μεσογειο ενισχυει στην πρωτη φαση την αποψη, οτι δια του υποβα- θρου της ανατολικης Μεσογειου διερχονται στρωματα πετρωματων με χαρα- κτηριστικα της αφρικαμικης πλακας. Απο την ζωνη της «Μπιτλις» στην ανατο- λικη Ανατολια εως το τελος της οροσειρας Ζαγγρος κατα μηκος της κοιλαδας του Ευρατη ποταμου και περαιτερω κατα μηκος της νοτιοανατολικης οχθης του Περσικου Κολπου, συνορευει το αραβικο τεμαχιο της αφρικανικης πλακας με την λωριδα πτυχωσεων της Τηθυας θαλασσας. Ο υποθετικος συνδετικος κρικος μεταξυ του μαροκανικου-τυνησιακου και του ανατολιας-περσικου τεμαχιου
υπολογιζεται στο υποβαθρο του Ιουνιου πελαγους και της ανατολικης Μεσο-γειου. Οι πιθανες περιοχες του συνδετικου αυτου κρικου ειναι το υποβαθρο των εξωτερικων παρυφων του προς νοτου κυρτου ανατολικομεσογειακου τοξου. Στην δευτερη ομως φαση ανασκοπισης δεν πρεπει να μας διαφευγη, οτι οι
περιοχες αυτες καθ’ ολην την μεσοζω’ι’κη και τριτογενη εποχη ηταν σκεπασμε-
νες απο την Τηθυα θαλασσα, που σημαινει με μεγαλη πιθανοτητα, την ανυπαρ-ξια βιομηχανικα με ενδιαφερον μεγαλων κοιτασματων Υδρογονανθρακων.
Το πρωτο ταξειδι του αμερικανικου ερευνητικου πλοιου «Glomar Challenger»
τον Σεπτεμβριο/Οκτωβριο του 1970 στην Μεσογειο θαλασσα, ειχε σαν κυριο σκοπο την δια γεωτρησεων ερευνα του υποβαθρου των βαθεων θαλασσιων
περιοχων. Με τον πυρηνοσυλλεκτη του γεωτρυπανου του ερευνητικου πλοιου
εληφθηκαν στην δυτικη Μεσογειο απο 7 ερευνητικες γεωτρησεις δειγματολη-ψιας (Σχ. 4) 745 μετρα πυρηνος απο θαλασσια βαθη μεταξυ 1100 και 2800 με-τρα. Ομοια εληφθησαν απο 7 ερευνητικες γεωτρησεις στην ανατολικη Μεσο-γειο (Σχ. 4) 651 μετρα πυρηνος απο θαλασσια βαθη μεταξυ 2700 και 4600 με-τρα. Η ανατολικομεσογειακη ραχη (μηκος 1250 χιλιομετρα, πλατος 150 χιλιο-μετρα, διαφορα υψους της προς τα νοτια βαθειας λεκανης και της προς τα βορεια τεκτονικης ταφρου 700 μετρα) ερευνηθηκε με δυο εγκαρσια προφιλ (δυτικο και ανατολικο) απο τα οποια το ενα (δυτικα της Κρητης) με τις γεω- τρησεις 125 εως 128 (Σχ. 4) και το αλλο (νοτιοανατολικα της Κρητης) με τις γεωτρησεις 129 εως 131 (Σχ. 4).
Ορισμενες απο τις γεωτρησεις αυτες αναλυτικα εχουν ως εξης:
-
Γεωτριση 125, βαθος θαλασσης 2782 μετρα, υποβαθριο βαθος γεωτρισης
121 μετρα. Η περιοχη της γεωτρισης αυτης σκεπαζεται απο Εβαποριτες
(γυψος, ανυδριτης, ορυκτο αλας) νεομειοκαινικης περιοδου.
-
Γεωτριση 126, τοποθετηθηκε σε 250 μετρα βυθισμα της ραχης. Κατω απο τεταρτογενη ιζηματα συναντησε μεσομειοκαινικα πετρωματα.
-
Γεωτρησεις 127/128, τοποθετηθηκαν για να ερευνηθη το νοτιο μετωπο
Ελληνιδων, συνορευον με την Ελληνικη ταφρον. Κατω απο 437 μετρα
Τεταρογενους εντοπισθηκαν εναλλαξ κρητιδικοι ασβεστολιθοι.
Στο δυτικο εγκαρσιο προφιλ απο νοτιοδυτικα προς τα νοτιοανατολικα και πλη-
σιαζοντας τις εξωτερικες παρυφες των Ελληνιδων παρατηρειται αυξηση της
τεκτογενεσης.
-
Γεωτριση 130, βαθος θαλασσης 2982 μετρα, βαθος γεωτρισης στο υπο-
βαθρο 563 μετρα, τοποθετηθηκε στις παρυφες της εξωτερικης πλευρας
της ανατολικομεσογειακης ραχης οι οποιες καλυπτονται απο προσχωσεις
του Νειλου ποταμου (Σχ. 4). Αυτη δεν συναντησε αλλα πετρωματα εκτος απο τεταρτογενη ιζηματα της αφρικανικης πλακας.
-
Γεωτριση 129, βαθος θαλασσης 2932 μετρα, υποβαθριο βαθος της γεωτρισης 112. Η γεωτριση αυτη τοποθετηθηκε στην βαθεια ζωνη (ταφρο) του Στραβο, η οποια κειται στην εξωτερικη πλευρα της ανατολικομεσογειακης ραχης και συναντησε στρατιγραφικα πετρωματα μεσομειο- καινικης εποχης.
-
Γεωτριση 131, βαθος θαλασσης, βαθος υποβαθρου 272 μετρα. Αυτη τοποθετηθηκε στην μορφολογικη προεκταση της ανατολικομεσογειακης ραχης και συναντησε μονο τεταρτογενη ιζηματα αφρικανικης προελευσης.
Απο τις γεωτρησεις στο εγκαρσιο ανατολικο και δυτικο προφιλ προκυπτουν τα εξης:
-
Προς βορραν βρισκονται τα τεκτονικα ορια των Ελληνιδων, η δε ανατολικομεσογειακη ραχη σκεπαζεται στα δυτικα απο Εβαποριτες και προς τα ανατολικα απο προσχωσεις του Δελτα του ποταμου Νειλου (ιζηματα αφρι-κανικης προελευσης) και τελος το προμετωπο του κυρτου τοξου (προχω-ρος λεκανης) σκεπαζεται επισης με τεταρτογενη ιζηματα του Νειλου ποτα-μου.
Αν και ο αριθμος των γεωτρησεων σε σχεση με την ολικη επιφανεια της ανατο-λικομεσογειακης ραχης ειναι πολυ μικρος, παρ’ ολα αυτα απο τις ερευνητικες
εργασιες διαπιστωθηκαν τα εξης:
α. Μια ομαδα πετρωματων του θαλασσιου υποβαθρου αποτελειται απο ανοι-
κτου χρωματος μαργες και ορυκτο αλας με στοιχεια Turbidit. Το μεγιστο
παχος των πετρωματων αυτων υπολογιζεται με 600 μετρα.
β. Μια ομαδα πετρωματων αποτελειται απο Εβαποριτες. Τα πετρωματα αυτα
δεν διετρηθηκαν και συνεπως το παχος τους ειναι αγνωστο.
γ. Μια ομαδα πετρωματων αποτελειται απο πλουσιους σε πυριτη μαργες και
κειται στην Ανατολικη Μεσογειο (Γεωτριση 126 και 129). Στον κολπο της
Λυων και με την γεωτριση Mistral περιπου 55 χιλιομετρα προ των ακτων
διετρηθη μια παρομοια ομαδα πετρωματων με παχος 1758 μετρα. Γεωλογι-
κα ανηκει το στρωμα αυτο πετρωματων απο τα μεσα εως τα ανω της Μειο-
καινικης περιοδου και παρουσιαζει τα χαρακτηριστικα των αντιστοιχων βα-
θυτερων στρωματων μειοκαινικης και πλειοκαινικης εποχης της λεκανης
Rhone, της λεκανης της Βιεννης και της Παννονικης ωστε να χαρακτηρι-
ζονται αυτα ως «type de sedimentation uniform dans tout la Tethys vindbo-
nienne».
Οι ερευνητικες εργασιες των αμερικανων με το ερευνητικο πλοιο «Glomar Challenge» στην Μεσογειο θαλασσα το 1972, εκτος των αλλων ειχαν στοχο τον
εντοπισμο καιτασματων Υδρογονανθρακων και δη επι της προς νοτο κυρτης ανατολικομεσογειακης ραχης. Το γεγονος και μονο, οτι τοσο στην ευρασιατικη πλακα οσο και στην αφρικανικη πλακα, δηλαδη περιξ της Μεσογειου θαλασσης
βρισκονται τα μεγαλυτερα κοιτασματα Υδρογονανθρακων, διδει βασικες ελπι-δες για την υπαρξη παρομοιων κοιτασματων και στο θαλασσιο υποβαθρο της
Μεσογειου θαλασσης.
Ιχνη Πετρελαιου και φυσικων αεριων διεπιστωθηκαν στην γεωτριση 134.
Προκειται για «gasoline range hydrocarbons and gaseans ones» εντος νεομειο-καινων Εβαποριτων. Η προελευση αυτων ειναι αγνωστος, χαρακτηριζομενη
σαν «mina, but significant Seepage from below». Ιχνη Υδρογονανθρακων
διεπιστωθηκαν επισης στην ανατολικη Μεσογειο χωρις να δοθη καμμια εξηγη-ση εαν προερχονται απο βαθυτερους ιζηματογενεις σχηματισμους ‘η οχι.
Γενικα το τοξοειδες σχημα της ανατολικομεσογειακης ραχης και οι γυρω περιοχες αυτου ως οι νοτιες παρυφες των Ελληνιδων, η λεκανη «Messina abysial plain», ο κωνος του Νειλου ποταμου και η λεκανη «Herodotus abysial plain», παρουσιαζουν τα χαρακτηριστικα των πετρελαιοφορων περιοχων.
Στο τελος του προς νοτο κυρτου τοξου της ανατολικομεσογειακης ραχης βρισκεται η νησος Κυπρος. Αυτη χαρακτηριζεται με πολυ νεα τεκτονικα δεδο-μενα και μαλιστα τοσο νεα που επιδρουν ακομη στην μορφολογια της. Για την
παλαιοζω’ι’κη ιστορια της Κυπρου δεν υπαρχουν σχεδον τιποτε απο τα αναγ-καια στοιχεια. Το αρχαιοτερο εντοπισθεν πετρωμα νοτιοδυτικα της νησου υπο-
λογισθηκε ως ανω τριαδικο. Το τριαδικο εχει την ηλικια 245 εως 208 εκα-τομμυρια χρονια. Τα γνωστα στην Κυπρο πετρωματα δινονται στο Σχ. 5 και
τοποθετουνται στις εξης γεωλογικες περιοδους:
α. Τριαδικη και ιουρασικη περιοδος
β. Ανωτερα κρητιδικη εως ολιγικαινικη περιοδος
γ. Μειοκαινικη περιοδος
δ. Πλειοκαινικη και τεταρτογενης περιοδος
Η Κυπρος αποτελειται κυριως απο τις οροσειρες της Κυρηνειας και Τροοδου.
Μεταξυ αυτων βρισκεται η ιζηματογενης λεκανη της Μεσσαοριας, η οποια ακομη εως την πλειοκαινικη γεωλογικη περιοδο ηταν σκεπασμενη απο την θα-λασσα. Η Μεγαλονησος αποτελειται συνεπως απο πολλες μικρες νησους και
παρουσιαζεται σαν ενιαια νησος απο την εποχη του Μειοκαινου. Τα τεκτονικα
χαρακτηριστικα και οι διακυμανσεις βαθους της θαλασσας περιξ της Κυπρου
εχουν ως εξης:
Στα βορεια της Κυπρου επικρατουν τα χαρακτηριστικα της αλπικης ορογενε-σης η οποια εξεδηλωθηκε κατα την Ολιγοκαινο περιοδο και προκαλεσε την
πτυχωση και αναδυση των εντος του αλπικου γεωσυγκλινου αποτειθεντων
ιζηματων στις δυτικες παρυφες της νησου. Στις νοτιες θαλασσιες περιοχες την
νησου επικρατησαν μεγαλες διαρηξεις με απωθηση παλαιοτερων επι νεωτερων\
στρωματων. Η συγκριση μεταξυ των προεξοχων και βυθισματων στο θαλασσιο
υποβαθρο δυτικα, νοτια και ανατολικα της Κυπρου δειχνει, οτι στις περιοχες
αυτες αναπτυχθηκε η ιδια τεκτονικη δραστηριοτητα που εχει το Αρχιπελαγους του Αιγαιου. Αμεσως μετα την αλπικη ορογενηση η τεκτονικη των διαρρηξεων
που εκδηλωθηκε και η οποια συνεχιζεται και σημερα, ειχε σαν αποτελεσμα τον κατακερματισμον των Ελληνικων ορεων και τον σχηματισμο της θαλασσας του
Αρχιπελαγους του Αιγαιου και του νησιωτικου αυτου συμπλεγματος.
Το θαλασσιο βαθος προ των νοτιοδυτικων ακτων της Κυπρου ειναι ανομοιο-
μορφον. Στο μεσο ενος επεκτεταμενου ομοιομορφου πεδιου με θαλασσια βαθη μεταξυ 2000 και 2200 μετρα προεξεχουν ωοειδη υψωματα. Τελειως ασυνηθη ειναι τα βαθεα φρεατα με βυθισματα εως 2825 μετρα. Ο χωρος αυτος ειναι χαρακτηριστικος της νεας τεκτογενησης. Ομοια αλλα με μικροτερη ενταση
παρουσιαζονται και οι ανωμαλιες του θαλασσιου υποβαθρου μεταξυ Κυπρου και Λιβανου.
Ειναι τα τοσο διατυμπανηζομενα απο το Geological Survey των ΗΠΑ (2009/10), τα τεραστια κοιτασματα Υδρογονανθρακων στο υποβαθρο της ανατολικης Μεσογειου, βεβαια, πιθανα, δυνατα ‘η κερδοσκοπικα;
Το προσφατα εντοπισθεν κοιτασμα φυσικου αεριου στην ανατολικη Μεσογειο και δη 135 χιλιομετρα δυτικα του ισραηλινου λιμανιου Haifa και σε θαλασσιο
βαθος 5000 μετρα στην λεβαντινη λεκανη, σε συνεργασια με την τεξανικη εται-ρεια Noble Energy, υπολογιζεται οτι εχει ενα ολικο περιεχομενο (GIP) 450 δισ-εκατομμυρια κυβικα μετρα. Το πως μπορει με τα τεστ μιας ερευνητικης γεω- τρισης να υπολογισθουν τα αποπθεματα ενος κοιτασματος, παραμενει κοι- τασμολογικα ενα μεγαλο μυστηριο ! Για τον εντοπισμο του κυπριακου κοιτα- σματος φυσικου αεριου στο διαμερισμα 12 και σε αποστασγη 185 χιλιομετα απο
τις νοτιες ακτες της νησου υπολογισθηκαν (;) αποθεματα των 280 δισεκατομμυ- ρια κυβικα μετρα.
Η United States Geological Survey (USGS) υπολογιζει τα αποθεματα σε φυσικο αεριο προ των ακτων και στις θαλασσιες περιοχες του Ισραηλ, Λιβανου και Κυ-πρου με 3,5 Τρισεκατομμυρια κυβικα μετρα. Φαινεται οτι η υπηρεσια αυτη κατεχει ενα μαγικο ραβδυ και απο εναν δορυφορο, χωρις εκτεταμενες γεω-
φυσικες ερευνητικες εργασιες και αντιστοιχες γεωτρησεων, ειναι σε θεση και μπορει να υπολογιζη με ακριβεια τις ποσοτητες των αποθεματων.
Προκειται εδω για Μυθο ‘η για Πραγματικοτητα;
Ο γραφων, ο οποιος εργασθηκε στον τομεα αυτο ανα τον κοσμο και στις ΗΠΑ
πανω απο 25 χρονια εχει σοβαρες υπονοιες, χωρις να αποκλειη την υπαρξη ορι-σμενων συνηθους εμβελειας κοιτασματων Υδρογονανθρακων στις αναφερθει-
σες περιοχες, οτι προκειται για Μυθον ! Ισως για την γενεση του Μυθου αυτου
να παιζη καποιο ρολο και ο αγωγος μεταφορας φυσικου αεριου Nabucco. Οι
ΗΠΑ σχεδιαζαν με τον αγωγο αυτο να μεταφερουν απο την Κασπια θαλασσα
παρακαπτωντας την Ρωσια μεσω της Τουρκιας, Βουλγαριας, Ρουμανιας και
Ουγκαριας προς την Αυστρια 31 δισεκατομμυρια κυβικα μετρα τον χρονο φυ-σικο αεριο. Το εργο 3300 χιλιομετα μηκος δεν προχωρει διοτι δεν υπαρχουν τα
απαραιτητα αποθεματα φυσικου αεριου στην Κασπια θαλασσα. Οι ΗΠΑ και οι
Ευρωπαιοι ελπιζουν να βαλουν χερι στα αποθεματα φυσικου αεριου της Αιγυ-
πτου, του βορειου Ιρακ και Ιραν. Ενας ανενεργος αγωγος απο το Ιρακ, μεσου της πολης Αλεπο της Συριας καταληγει στην Τριπολη του Λιβανου. Για την υλοποιηση του εργου Nabucco περαν απο τις ποσοτητες φυσικου αεριου λει-πουν και ενα μερος των αγωγων. Τα μεγαλα αποθεματα φυσικου αεριου βρι-σονται στον Περσικο Κολπο (Khuff Gas Reservoir North West Dome του
Qatar) και στο Ιραν. Σε ανιθεση με τις ΗΠΑ η Ρωσια ξεκινησε την 07,12,2012
με την κατασκευη του αγωγου μεταφορας φυσικου αεριου South-Stream μεσω Βουλγαριας, Σερβιας, Κροατιας προς την Ευρωπη. Συνολικα δημιουργουνται
τεσσερες αξονες με χωρητικοτητα ροης 15,75 δισεκατομμυρια κυβικα μετρα
τον χρονο. Το πληρες δυναμικο του αγωγου South-Stream ειναι 63 δισεκατομ-μυρια κυβικα μετρα τον χρονο. Αυτος ανηκει κατα 50% στην ρωσικη εταιρεια
Gazprom, kata 20 % στην ιταλικη Eni, κατα 15 % στην γερμανικη Wingas και κατα 15 % στην γαλλικη EdF.
Μια μελετη της κρητικης εταιρειας «Pytheas» βασει γεωλογικων και γεωχημι-κων μελετων της, διαπιστωνει τεραστια κοιτασματα φυσικου αεριου στην θα-λασσια περιοχη νοτια της Κρητης. Φαινεται και η εταιρεια «Pytheas» κατεχει
ενα μαγικο ραβδι με το οποιο χωρις γεωφυσικες ερευνες και ερευνητικες γεω-τρησεις μπορει με ακριβεια να διαπιστωσh οχι μονο την υπαρξη αλλα και την
ακριβη ποσοτητα των κοιτασματων Υδρογονανθρακων. Εαν στις θαλασσιες
περιοχες νοτια της Κρητης διεπιστωθηκαν ανερχομενες φυσαλιδες αεριου, αυ-
τες θα μπορουσαν να προερχονται απο τον βυθο της βαθειας θαλασσας και να
ειναι οπως και σε καθε αλλη βαθεια θαλασσα τα γνωστα «Methanhydrate (CH4-
5,75H2O)» που σε καμμια περιπτωση δεν αποτελουν κοιτασμα.
Μεταξυ της ευρασιατικης και της αφρικανικης πλακας υπαρχουν στην Μεσο- γειο θαλασσα επιπλεον δυο μικρες και γρηγορα κινουμενες πλακες. Η μια απο αυτες περιλαμβανει το Αρχιπελαγος του Αιγαιου, μερος της Μικρας Ασιας, την Κρητη και μερος της ελληνικης Χερσονησου. Η δευτερη απο αυτες περιλαμβα-νει το μεγαλυτερο μερος της Μικρας Ασιας και την Κυπρο. Σε αυτες τις δυο
μικρες πλακες οφειλεται η κατα πολυ μεγαλυτερη σεισμικη δραστηριοτητα της
ανατολικης απο την δυτικη Μεσογειο. Το βορειο οριο της πρωτης μικρης πλα-κας αρχιζει απο την θαλασσα του Μαρμαρα, διερχεται απο το βορειο Αιγαιο, συναντα την ελληνικη χερσονησο βορεια της Ευβοιας και αποτελει προεκταση του μεγαλου βορειου Μικρασιατικου ρηγματος. Στο βορει Αιγαιο και κατα μηκος του βορειου οριου της πλακας αυτης αναπτυσεται ταφρος βαθους εως 1500 μετρα (βορειοαιγητικη βαθεια ζωνη και ταφρος της Σαρου) που σχηματι-σθηκε δια του μηχανισμου της ωκεανιας διευρυνσης και αποτελει εκκολαπτο- μενη ραχη δημιουργιας ωκεανιου φλοιου. Οι νεοτεκτονικες κινησεις στον ελλη-νικο χωρο εκδηλωνονται σαν εναλλαγες τασεων συμπιεσης και διατασης. Το
Αρχιπελαγος του Αιγαιου δημιουργηθκε απο τις καταρρευσεις που συνοδευαν τις διατασεις της Πλειοκαινου γεωλογικης περιοδου. Οι τελευταιες τασεις διατασεις εξακολουθουν να υπαρχουν και σημερα οπως αλλωστε αποδεικνυε-ται και απο την σεισμικη δραστηριοτητα της περιοχης μας. Το νοτιο οριο της πρωτης μικρης πλακας ακολουθει την ελληνικη ταφρο, βαθους εως 5000 μετρα,
η οποια απο την Ζακυνθο συνεχιζεται νοτια της Κρητης και καμτεται περαιτερω
διερχομενη νοτια της Ροδου, Κατα μηκος της ταφρου αυτης και κατω απο την
πρωτη πλακα υποτιθεται οτι καταδυεται το βορειο μερος της αφρικανικης πλα-
κας (Σχ. 6), το οποιο καταλαμβανεται απο την ανατολικη Μεσογειο.
Ο ελληνικος χωρος χαρακτηριζεται (Σχ. 6) απο 12 γεωτεχνικες ζωνες (12, 13):
-
της Ροδοπης
-
της Αττικοκυκλαδικης
-
της Πελαγονικης
-
της Παρνασου και της Χιου
-
της Λυροκαρικης
-
της κατω πελαγονικης
-
της κατα τριπολικης
-
της κεντροπελοποννησιακης και κρητικησ
-
της Αξιου
-
της Ολομου/Πινδου
-
της Ιονικης
-
της Παξου
Η κυρια περιοχη των κρισταλικων πετρωματων στον ελληνικο χωρο βρισκεται
στην ζωνη της Ροδοπης και της Λυροκαρικης. Οπως εις το Σχ. 7 παρισταται ο
χωρος του Αρχιπελαγους του Αιγαιου με τις γειτονικες ακτες κατα την διαρκεια της τριτογενους και τεταρτογενους γεωλογικης εποχης υπηρξεν υπο την επιδρα-ση ισχυρων ηφαιστιακων δραστηριοτητων. Σε αυτην την εποχη απο πολλα ηφαιστεια ξεχυληθηκεν λαβα με διαφορετικες χημικες συστασεις. Στο νοτιο Αιγαιο βρισκεται η αττικοκυκλαδικη μαζα και στο ανατολικο, βορειοδυτικο και
βορειο Αιγαιο παρουσιαζονται η Λυροκαρικη μαζα, η πελαγονικη και η μαζα
της Ροδοπης. Μεταξυ της νοτιοανατολικης μαζας της Ροδοπης και των γειτο-νικων περιοχων των ανατολικοαιγιακων ορογενων πτυχωσεων δημιουργηθηκε
μεταξυ αλλων στο Τριτογενες η λεκανη Δραμας-Καβαλας-Πρινος-Κομοτηνης.
Η νησος Θασος αποτελει ενα διασπαμενο ορογενες κομματι (Σχ. 8) που απο-τελειται απο μεταμορφωτικες, υπερκρισταλικες μαργες, ασβεστολιθους και Μαρμαρα ιζηματογενους προελευσης με παχη εως 2000 μετρα. Το μεταμορφω-
τικο συστημα της νησου αποτελει προεκταση της μαζας της Ροδοπης. Επειδη
δεν υπαρχουν επι της νησου ιζηματογενη πετρωματα, υποτιθεται οτι η νησος
Θασος δεν ηταν σκεπασμενη απο την θαλασσα, οταν κατα την διαρκεια της
κρητιδικης και τριαδικης γεωλογικης εποχης πολλα νησια του Αιγαιου και μερη
της στερεας ξανα βυθιστηκαν. Δυτικα την νησου Θασος και στην κατακερμα-
σμενη λεκανη Καβαλα-Θασος επιτευχθη το 1972 ο εντοπισμος ενος κοιτασμα-
τος πετρελαιου και ενος κοιτασματος φυσικου αεριου (Σχ. 9). Σε μια γεωτριση
ανατολικα της νησου Θασος διεπιστωθη επισης ροη πετρελαιου. Ελπιδοφορες
περιοχες τριτογενους εποχης μπορει να θεωρηθουν αυτες μεταξυ των νησων Θασος και Σαμοθρακη. Απο ολα οσα ηδη αναφερθηκαν, η Ελλας με το Αρχιπε- λαγος του Αιγαιου και με το Ιονιο πελαγος ηταν κατα την διαρκεια της Μεσο-ζω’ι’κης εποχης (Τριαδικο, Ιουρασικο και Κρητιδικο) σκεπασμενη απο την Τηθυα θαλασσα.
Κατα την θεωρια της βιολογικης δημιουργιας των κοιτασματων Υδρογονανθρα-κων δεν πρεπει να αναμενεται στις αναφερθεισες περιοχες ο εντοπισμος κοιτα-
σματων μεσοζω’ι’κης γεωλογικης εποχης χωρις ομως να αποκλειεται η ιζηματο-γενηση μεσοζω’ι’κς εποχης στην δυτικη Ελλαδα και στο Ιονιο πελαγος. Ο εντο-
πισμος ομως αυτων ειναι δυσκολος διοτι ειναι μικρων διαστασεων και βρισκον-ται κατω απο τριαδικους Εβαποριτες.
Η διερευνηση νεογενων ιζηματων(τριτογενους και τεταρογενους γεωλογικης
εποχης) στην δυτικη Ελλαδα και κατ’ επεκταση στο Ιονιο πελαγος, με 11 γεω-
τρησεις στην ΒΔ-Πελοποννησο, 2 γεωτρησεις στο Ιονιο πελαγος, 7 γεωτρησεις
στην Ηπειρο και 3 γεωτρησεις στην Ζακυνθο (στο Κερι της Ζακυνθου αναβλυ-ζει πετρελαιο απο αρχαιοτατους χρονους), απεδειξαν ενα εμπορικα οριακο κοιτασμα φυσικου αεριου (γεωτριση δυτικο Κατακολου-1Α) χωρις ενδιαφερον
βιομηχανικης εκμεταλλευσης. Απο τις 4 γεωτρησεις του Δελτα Νεστου-Ξανθης, τις 4 γεωτρησεις Θεσσαλονικης, τις 3 γεωτρησεις Στρυμωνος-Σερρων, τις 6 γεωτρησεις δυτικης Θρακης, τις 2 γεωτρησεις του θερμα’ι’κου κολπου, απο το
συνολο των γεωτρησεων ερευνων και πετρελαιομαστευσης του κοιτασματος
πετρελαιου Πρινος Θασου και του φυσικου αεριου νοτιας Καβαλας και των
ερευνητικων γεωτρησεων ανατολικα της Θασου, απο την γεωτριση Λημνος-1
και με βαση την ιστορικη αναδρομη ερευνητικων εργασιων για πετρελαιοπιθα-νους σχηματισμους στην ανατολικη Ελλαδα και στο Αρχιπελαγος του Αιγαιου,
βγαινουν τα εξης συμπερασματα:
-
Οι «μολασσικοι» πετρελαιοπιθανοι σχηματισμοι που καλυπτουν την
χερσαια περιοχη της ανατολικης Ελλαδος πρακτικα πρεπει να θεωρη- θουν οτι εχουν ερευνηθει για κοιτασματα Υδρογονανθρακων.
-
Ερευνητικο ενδιαφερον παρουσιαζουν ακομη ορισμενα «μολασσικα ιζη-
ματα» στο βορειο μερος του Αρχιπελαγους του Αιγαιου και δη μεταξυ
Θασου-Σαμοθρακης με πιθανοτητες εντοπισμου ορισμενων κοιτασματων
με εμπορικο ενδιαφερον. Αυτα ομως -εαν υπαρχουν- και τα πιθανα κοι-τασματα πετρελαιου Βαβουρας και Νικη ανατολικα της Θασου, που εγκαταλειφθηκαν λογω δειλιας της τοτε κυβερνησης της Ελλαδος απο την τουρκικη απειλη πολεμου, εχασαν ανεπιστρεπτι καθε ενδιαφερον
πετρελαιομαστευσης.
Η ελληνικη κυβερνηση ανακοινωσε στις Αρχες Μαρτιου 2012 οτι οι εταιρειες
TGS Nopec Geophysical & PGS (Νορβηγικη), Dolphin Geophysikal & Spec Partners (Μεγαλης Βρεταννιας), CGGVERITAS (Γαλλικη), ION Geophysical
Corporation & Spectrum Geo Ltd. (Aμερικανικη) και Fugro Multiclient Servi-ces (σε Γερμανικα χερια ευρισκομενη) διετυπωσαν ενδιαφερον για ερευνητικα
Διαμερισματα προ των ακτων της δυτικης Ελλαδος και νοτιας Κρητης για τον
εντοπισμο με γεωφυσικες ερευνες και ερευνητικες γεωτρησεις κοιτασματων
Υδρογονανθρακων. Εδω πρεπει να ξεκαθαρισθη οτι οι ερευνες ειναι χρονοβο-ρες και σε περιπτωση εντοπισμου, δεν σημαινει (λογω του θαλασσιου βαθους
βαθους και της μη υπαρξης υποδομων) οτι θα αρχισει η εκμεταλλευση αυτων.
Τα ιδια ισχυουν και για το εντοπισθεν κοιτασμα φυσικου αεριου του Ισραηλ και της Κυπρου. Οι ημιπλοτες μοναδες (Σχ. 10 και 11) ειναι μεν καταλληλες για ερευνητικες γεωτρησεις σε βαθειες θαλκασσες, ειναι ακαταλληλες ομως για
εγκαταστασεις παραγωγης. Μπορει μεν να χρησιμοποιηθουν για την παραγωγη
απο βαθειες θαλασσες τα Subsea Taplate (Σχ. 12) τα προ’ι’οντα ομως (πετρε-
λαιο ‘η φυσικο αεριο) πρεπει να εμπλοτισθουν προτου μεταφερθουν εκει που χρειαζονται. Σχετικα με το φυσικο αεριο ο εμπλοτισμος ειναι πολυ προβλημα-τικος εαν αυτο ειναι οξινο, δηλαδη εαν περιεχει υδροθειο.
Τι συμβαινει ομως στην περιπτωση που η θεωρια βιολογικης δημιουργιας
των Υδρογονανθρακων ανατραπει απο αυτην της μη βιολογικης δημιουρ- γιας;
Η μεγαλυτερη πηγη θερμοτητας για τον πλανητη Γη περαν του Ηλιου αποτελει το εσωτερικο της το οποιο ανα δευτερολεπτο εκπεμπει 1,5 μικροθερμιδες ανα
τετραγωνικο εκατοστο προς την γηινη επιφανεια των 510 εκατομμυριων τετρα- γωνικων χιλιομετρων. Η θερμοτητα αυτη ειναι το προ’ι’ον διασπασης ραδιενερ-
γων Ατομων τα οποια πριν 4,6 δισεκατομμυρια χρονια κατα την δημιουργια του
ηλιακου μας συστηματος συσσωρευθηκαν εντος του πλανητη μας. Η μελετη της κατασκευης της Γης με σεισμικα κυματα εδειξεν, οτι το εσωτερικο της παρου-
σιαζει σαφως δυο επιφανειες οριακων τιμων, οι οποιες χωριζουν τον πλανητη
απο το κεντρο προς την επιφανεια σε πυρηνα, μανδυα και φλοιο και δη ως εξης:
-
Στον εσωτερικο πυρηνα ο οποιος κατα το μεγαλυτερο μερος αποτελειται
απο 2400 χιλιομετρα παχος σταθερο σιδηρο (θερμοκρασια περιπου 5000 βαθμους Κελσιου). Ο πυρηνας αυτος περιστρεφεται πιθανως γρηγορωτερα
απο το υπολοιπο της Γης που σημαινει, οτι εδω βρισκεται αγκυροβολεμενο
το μαγνητικο περιο του πλανητη μας.
-
Στον εξωτερικο πυρηνα ο οποιος αποτελειται απο 2200 χιλιομετρα παχος ρευστου σιδηρου και νικελιου (θερμοκρασια περιπου 4400 βαθμους Κελ-σιου).
-
Στον εσωτερικο (κατωτερο) μανδυα απο σταθερο και πολυ θερμο πετρω-
μα 22,5 χιλιομετρων παχους στο οποιο συναντιουνται ρευστος σιδηρος και
νικελιο σε ρευστοποιημενο πετρωμα.
-
Στον ενδιαμεσο μανδυα ‘η μεταβατικην ζωνη και στον εξωτερικο (ανωτε-
ρο) μανδυα παχους 65 χιλιομετρων απο σταθερο και κρυο πετρωμα.
-
Στον φλοιο απο διαφορες πλακες σταθερων πετρωματων παχους 48-60 χιλιομετρα (16 μεγαλες και μερικες μικροτερες πλακες).
Ο εσωτερικος και ο εξωτερικος μανδυας μαζι με τον φλοιο της Γης σχηματιζουν
την Λιθοσφαιρα η οποια κατω απο τον Ειρηνικο Ωκεανο μετρα 70 χιλιομετρα και κατω απο τις Ηπειρους 150 χιλιομετρα παχος. Η Λιθοσφαιρα χωριζεται σε
πλακες που τα ορια τους διαγραφονται απο μεγαλες γραμμικες σεισμικες ζωνες και ενεργες ωκεανιες αξονικες περιοχες (μεσοωκεανιες ραχες). Κατω απο την
Λιθοσφαιρα βρισκεται η με περισσοτεο απο 1200 βαθμους Κελσιου ζεστη Ασ- θενοσφαιρα. Οι μετακινησεις των λιθοσφαιρικων πλακων (Σχ. 13) οφειλονται σε διαφορα θερμικα ρευματα που αναπτυσσονται στον μανδυα και αποδιδονται σε οριζοντιες διαφορες θερμοκρασιων και διακρινονται σε αποκλινουσες, συγ- κλινουσες και εφαπτομενικες. Η μελετη της δημιουργιας του ωκεανιου φλοιου αποτελει σημερα ενα απο τα ποιο σημαντικα και δυσκολα επιστημονικα ερευνη-
τικα προγραμματα. Η αυξηση του θαλασσιου εδαφους στον Ειρηνικο Ωκεανο υπολογιζεται 16 εκατοστα ετησιως και στον Ατλαντικο Ωκεανο με 5 εκατοστα
ετησιως. Η ταχυτητα μετακινησεως ενος τεμαχιου φλοιου ‘η μιας λιθοσφαιρικης πλακας υπολογιζεται με 10 εκατοστα το δευτερολεπτο, που σημαινει οτι για ενα
κυκλο στην επιφανεια της Γης χρειαζονται 400 εκατομμυρια χρονια. Κυκλικα
ρευματα ρευστοποιημενων πετρωματων, νερου και αερος δημιουργημενων απο
διαφορες πυκνοτητας λογω θερμοκρασιας, αποτελουν την θερμοδυναμικη μηχα-νη της Γης που μετακινει τις λιθοσφαιρικες πλακες και δραστηροποιει τα ηφαι-στεια. Στην Γη σημερα υπαρχουν περισσοτερα απο 500 ενεργα ηφαιστεια που μεταφερουν στην επιφανεια λαβα θερμοκρασιας περιπου 1200 βαθμων Κελσιου και ποσοτητες CO2 ετησιως που ειναι 30 φορες μεγαλυτερες απο οσες παραγει
ολοκληρη η ανθρωποτητα. Η προελευση των δυναμεων αυτων βρισκεται στο εσωτερικο του πλανητη μας. Τα ρευστοποιημενα πετρωματα συγκεντρωνονται σε βαθη 2 εως 50 χιλιομετρα κατα την διαρκεια πολλων χιλιαδων ετων σε ετσι
ονομασθεντες Θαλαμους(Σχ. 14). Δια των διαφορων πιεσεως και θερμοκρασιας
τα αερια του ρευστοποιημενου πετρωματος ελευθερωνονται και μετακινουν την
δια των σχισμων και ηφαιστειακων κωνων στην επιφανεια.
Δια των ηφαιστειων δημιουργειται ετησιως 1,7 κυβικα χιλθιομετρα νεου φλοι-ου. Απο την αλλη πλευρα με την διαβρωση και μεταφορα με ποταμους χανονται
ετησιως 4 κυβικα χιλιομετρα πετρωματος απο τις Ηπειρους προς τις θαλασσες.
Ο τελευταιος Υπερηπειρωτικος –Κυκλος αρχισε στο Φανεροζω’ι’κο (αποτελει-ται απο το Παλαιοζω’ι’κο, Μεσοζω’ι’κο και Καινοζω’ι’κο, 545 εκατομμυρια εως 10.000 χρονια). Αρχισαν να διασπουνται οι μαζες των χερσαιων περιοχων
και δημιουργηθηκαν σε διαστημα 350 εκατομμυριων χρονων πρωτα οι μεγαλο- ηπειροι Γκονταβα και Λαουρασια οι οποιες προ 250 εκατομμυρια χρονια ενω- θηκαν σε μια Ηπειρο Παγγαια. Αυτη αρχισε πριν 180 εκατομμυρια χρονια να
χωριζεται σε πλακες και να περιστειχιζεται απο την Πανθαλασσα. Οταν αρχισαν
να μετακινουνται οι λιθοσφαιρικες πλακες (Σχ. 13) μετακινηθηκαν και αυτες
της Αφρικης και της Ευρασιας και ο ενδιαμεσος χωρος καλυφθηκε απο ενα
μερος της Τηθυας θαλασσης. Το μηκος του δικτυου της ζωνης ανοιγματος και
συμπιεσης (Subduktionszonen) της Γης υπολογιζτεαι με 56.000 χιλιομετρα και
μεση ταχυτητα ανοιγματος με 5 εκατοστα το δευτερολεπτο. Εαν οι Υδρογοναν-θρακες δεν δημιουργουνται βιολογικα και εχουν αλλες πηγες προελευσης και
δημιουργουνται εντος του μανδυα της Γης, δια των ρηγματων ανερχονται και
γεμιζουν τα αποθεματικα πετρωματα στα οποια παγιδευονται απο εβαποριτες ‘η
αλλα μονωτικα πετρωματα (11). Εαν η θεωρια αυτη δημιουργιας των κοιτασμα-των Υδρογονανθρακων επαληθευθει τοτε αλλαζουν τα παντα στο οτι αφορα τις
περιοχες εντοπισμου, στις μεθοδους ερευνας και στην στρατηγικη της εκμεταλ-λευσης αυτων.
Δρ. Γεωργιος Χατζηθεοδωρου
Βιβλιογραφια
-
Howell D. G. «Terrane»
Spektrum der Wissenschaft, Januar 1986
-
Bischoff G. «Ein erweitertes globales Modell der Plattentektonik»
Spektrum der Wissenschaft, März 1987
-
Seilbold E. «Vom Rand der Kontinente»
Akad. Wiss. Ltd Mainz 1979
-
Chaziteodorou G. «Die Eroberung des Meeresbodens»
bergbau 1/1988, S. 533-540
-
Chaziteodorou G. «Gedanken zur Energie- und Rohstoffversorgung der
Welt».
Bergbau 1/1988, S. 20-23
6. Gretz J. «The Conversion of Solar Energy without Conzentration»
Energie Nucleare 21(8/9), 1974
-
Birg H. «Die demographische Zeitwende»
Spektrum der Wissenschaft, Januar 1/1989, S. 40-49
-
Chaziteodorou G. «Bodenschätze und Bergbau Griechenlands»
Glückauf, Jahrgang 110 (1974), Nr. 3
9. Χατζηθεοδωρου Γ. «Μεγαλη κοιτασματολογικη πηγη πετρελαιων η
Μεσογειος θαλλασα;»
Μεταλλειολογικα Μεταλλοργικα Χρονικα
5ο Ετος, Αριθ. 26, Νοεμβριος-Δεκεμβριος 1975
Αθηνα
-
Chaziteodorou G. «Naher Osten, Kultur, Geographie und Erdölwirt-
schaft».
bergbau 8/1989, S. 388-391
11. Vladimir Keutscherov «Interwieu über die abiotische Entstehung von
Kohlenwasserstoffen»
http://www.eike-klima.energie.eu, 24.11.2012
12. Hiessleither G. «Geologie der Balkaninsel und eines Teils von Klein-
asien»
Jb. Geol. Bundestanstalt 1, S.134/71, Wien 1951
Σχηματα
Σχ. 1: Μορφαι κοκκωδουσ δομησ ισοδιαμετρικων σφαιρων.
(κυβικη, ρομβικη, οκτοεδρικη και τετραεδρικη)
Σχ. 2: Τυποι κοιτασματων Υδρογονανθρακων
Ton Αργιλος
Gas Αερια
Öl Πετρελαιο
Wasser Υδωρ
Sand Αμμος
Salzstocktyp Τυπος κωνου αλατοσ
Verwerfungslagerstätte Κοιτασμα πλησιον ρηγματοσ
Korallenriff Σχηματισμος εκ κοραλιων
Σχ. 3: Ενεργειακες πηγες του πλανητη Γη
Σχ. 4: Μεγαλοτεκτονικα στοιχεια στην Μεσογειο Θαλασσα
Σχ. 5: Συνοψη του γεωλογικου χαρτη της Κυπρου
Σχ. 6: Σχηματικη παρασταση των γεωτεκτονικων ζωνων του ελληνικου
χωρου.
Σχ. 7: Περιοχες του ελληνικου χωρου με πλειονοτητα κρισταλικων
πετρωματων.
Σχ. 8: Γεολογικος συνοπτικος χαρτης της Θασου και της απεναντι στερεας.
(Τομη απο το Σχ. 7).
Σχ. 9: Παραχωριση ερευνητικου οικοπεδου στο βορειο Αιγαιο
Σχ. 10: Εγκαταστασεις γεωτρυπανων σε εξαρτηση απο το θαλασσιο βαθος
Σχ. 11: Ημιπλωτη μοναδα με γεωτρυπανο σε συνδυασμο με Subsea Template
Σχ. 12: Subsea Tamplate
Σχ. 13: Διασπαση της Ηπειρου Παγγαια.
Σχ. 14: Σχηματικη παρασταση της δημιουργιας πετρωματων
Στα Γερμανικά
Ersetzt das Ostmittelmeer den Persischen Golf?
Die fossilen (?) Kohlenwasserstoffe Erdöl und Erdgas sind seit vielen Jahrhunderten bekannt und wurden schon lange dort genutzt, wo sie natürlich an der Erdoberflächen austraten. An der Ortschaft Keri der Insel Zante des Ionischen Meeres tritt das Erdöl an der Oberfläche seit dem Altertum aus. In Mesopotamien dienten leichtere Erdölfraktionen zur Beleuchtung und schwerere zur Beheizung. Die alten Ägypter beherrschten bei der Erdölverarbeitung sogar schon einen «Cracking»-Prozess. Sie verwendeten u.a. Erdölprodukte zum einbasalmieren der Mumien. Im Mittelalter galten in Europa Erdölderivate als Wunderheilmittel. Eine größere wirtschaftliche Bedeutung bekam das Erdöl jedoch erst im Zuge der systematischen Lagerstättenerschließung, die in Pennsylvanien der USA begann.
Die Wissenschaften der Menschen sind keine reinen Wissenschaften, weil der Mensch als der Schöpfer der wissenschaftlichen Kenntnis, kann nicht gleichzeitig reines Produktionsobjekt von wissenschaftlichen Wahrheiten sein, weil dadurch gleichzeitig Objekt und Subjekt wird. Sehr oft verlässt man die wissenschaftliche Methode und folgt den Weg der in Räumen der Phantasie liegt und so entsteht der Mythos. Mythos bedeutet Logos, Erzählung, heilige Geschichte u.a. und stellt ein Modell dar an dem angepasst, vergleicht oder verkörpert werden können viele Ereignisse in unterschiedlichen Epochen, weil «nicht ist die Geschichte die sich wiederholt, sondern der Mythos der sich wieder erscheint» Die Wahrheiten die durch den Mythos kodiert sind, können mit der so genannten metaphysischen, zahlenmäßigen, geometrischen, astronomischen, biologischen, chemischen und philologischen Erklärungsschlüssel dekodiert werden.
Warum eigentlich die handfesten Beweise für solch gigantische Kohlenwasserstoff-Lagerstätten im Mittelmeer erst in den Jahren 2009/10, d.h. mitten in der Weltwirtschaftskrise, durch das US-Geological Survey bekannt gegeben wurden, bleibt ein Rätsel! Es gibt eine Parallele. Vor vierzig Jahren, Anfang 1972, mobilisierte der Bericht des «Club of Rome» über «Die Grenzen des Wachstums» intensive Forschungsarbeiten der Industrieländer in Meeresbereichen, zur Entdeckung neuer Vorräte an Kohlenwasserstoffen und Metalle und führte einen Außenminister der USA dazu, die Rohstofflieferländer zu drohen, dass die USA mit dem Abbau der Manganknollenvorkommen (Die USA besaß angeblich die entsprechende Technologie!) der Tiefsee, unabhängig von den Rohstoffleferländern, beginnen wurde. Seitdem haben sich zwar die Erdöl-, Erdgas- und Metallvorkommen als viel größer herausgestellt, als der Club of Rome und sein Hauptautor, der Volkswirt Dennis Meadows, annahmen, doch es ist nicht ganz unbestritten, dass die Ressourcen wie damals dargestellt, endlich sind.
Über die Entstehung von Kohlenwasserstoffen und ihre Ansammlung in Lagerstätten hat es zahlreiche Theorien gegeben. Darunter auch solche, die in der Entstehung und Akkumulation einen ursächlichen Zusammenhang sahen, oder auch solche, die einen anorganischen Ursprung behaupteten und noch behaupten. Heute überwiegend gilt noch, dass fossille Kohlenwasserstoffe organischen Ursprungs sind und dass zwischen ihrer Entstehung und ihrer Ansammlung in
Lagerstätten kein ursächlicher Zusammenhang bestehen muss. Im Erdöl vorhandene Reste organischen Materials, wie z.B. in Blut und Blattgrün enthaltene Porphyrin-Ringe, beweisen den organischen Ursprung. Und anhand so genannter biologischer Markierer oder Chemofossillien mit unverwechselbarer Molekülstruktur lassen sich statistisch signifikante Zusammenhänge zwischen Erdöl und Muttergestein nachweisen.
Innerhalb des Sediments unterliegt das organische Material Kerogen einem Entwicklungsprozess, in dessen Verlauf unter dem Einfluss von Druck, Zeit und Temperatur mobilisierungsfähige Kohlenwasserstoffe gebildet werden können. Die Bildung flüssiger Kohlenwasserstoffe hängt
von zwei Bedingungen ab. Erstens muss das organische Ausgangsmaterial Kerogen die Erdölbildung überhaupt ermöglichen. Von den drei bekannten Kerogentypen lässt der eine, besonders wasserstoffarme Typ die Bildung flüssiger Kohlenwasserstoffe nicht zu. Zweitens muss der Entwicklungsprozess ein bestimmtes Reifestadium d.h. die Zone der Erdölgenese erreichen. Sie lässt sich auf der Temperaturskala etwa zwischen 65 und 150 Grad Celsius lokalisieren.
In Verbindung mit dem jeweiligen Temperaturgradienten lassen sich aus diesem so genannten Erdölfenster-Konzept Rückschlüsse darüber ableiten, jenseits welcher Tiefe die Bildung von Erdöl unmöglich und das Auffinden von Erdöl-Lagerstätten unwahrscheinlich ist. Nach dieser Theorie, bei normalem Gradienten (ca. 3 Grad Celsius je 100 m) ist die Erdölbildung jenseits 5.000 m Teufe unmöglich und Erdöllagerstätten jenseits 4.000 m Teufe nur in Ausnahmefällen zu erwarten sind. Wie ist es aber zu erklären, dass die BP vor kurzem im Golf von Mexiko eine Erdöllagerstätte in 10.500 m Teufe durchbohrt hat? Eine Erklärung kann es geben nur wenn das Erdöl abiotisch entsteht und aus großer Tiefe kommt. Da das Erdöl leichter als das umgebende Gestein ist kann sich nur nach oben bewegen und nicht absinken. Anders ist dies beim Erdgas, das unter höheren Temperaturen – mithin in größeren Tiefen – generiert und akkumuliert werden kann. So bleibt der gesamte Tiefenbereich bis über 10.000 m – wie er heute und in naher Zukunft erbohrt wird – grundsätzlich erdgashöffig.
Kohlenwasserstoffe werden als natürliche Anreicherungen – Lagerstätten – unter Tage in porösen Medien angetroffen. Ein poröses Medium ist ein fester Körper, der imstande ist, Fluida zu enthalten und zu leiten. Die Fähigkeit eines Gesteins, Fluida zu speichern wird durch seine Porösität beschrieben und hängt von der Packungsart und Kompaktheit des Speichergesteins (s. Bild 1) ab. Die Lagerstättentypen sind in Bild 2 dargestellt. Die dort ingesamt physisch vorhandenen Standardbedingungen umgerechneten Mengen von Kohlenwasserstoffen
bezeichnet man als OIP (Oil-in- Place) bzw. als GIP (Gas-in-Place). Nur ein Teil hiervon ist technisch und wirtschaftlich gewinnbar. Dieser Teil stellt die Reserven dar.
Der derzeit gewinnbringend erzielbare Ausbeutegrad kann sehr unterschiedlich sein. Es liegt für Erdöl gewöhnlich zwischen 10 % und 50 %, für Erdgas zwischen 60 % und 90 % des OIP/GIP. Der erzielbare Ausbeutegrad hängt von einer Reihe von Faktoren ab:
• Geologische und physikalische Eigenschaften der Lagerstätte
• Deren von der Kohlenwasserstofffirma erarbeiteter Kenntnistand
• Art der anwendbaren Förderverfahren
• Marktgegebenheiten und Preise
• Art der Verträge mit Regierungen und auferlegte Abgaben
Außer den geologisch/physikalischen Gegebenheiten sind alle Faktoren veränderlich. Daher unterliegt das Reserveninventar einer Kohlenwasserstofffirma periodischen Revisionen. Die Gesamtmengen werden üblicherweise klassifiziert, entsprechend dem technischen Kenntnisstand hinsichtlich der Lagerstätteneigenschaften, und auch gemäß deren Erschließungsgrad durch Förderbohrungen und Förderanlagen.
Die Lagestättenarten werden in Bild 2 dargestellt.
Der Reservenklassifikation von Kohlenwasserstoffen liegen die in der Society of Petroleum Engineers (SPE) vereinbarten Definitionen zugrunde.
Mit Reserven bezeichnet man die mit bekannten und erprobten Mitteln gewinn- und vermarktbare Mengen von Kohlenwasserstoffen in natürlichen Lagerstätten.
Im Beteiligungsgebiet physisch insgesamt vorhandene Reserven, aufgeteilt nachReservenklassen nennt man Gesamtreserven. Die mit hoher Sicherheit unter derzeitigen technischen, wirtschaftlichen und politischen Gegebenheiten als förderbar veranschlagte Mengen nennt man sichere Reserven (proven Reserven).
Als sicher entwickelte Reserven (proven developed reserves) nennt man die Mengen im Einzugsbereich von bestehenden Bohrungen mit Anschluss an Fördereinrichtungen. Die sicher nicht entwickelte Reserven (proven undeloped reserves) beinhalten:
1. Vorräte in Trägergebieten in der Nähe bereits entwickelter Feldesteile. Nachgewiesen durch Teste oder den entwickelten Feldesteilen analoge Bohrlochsmessungen, und/oder bekannte geologische und strukturelle Fortsetzungen des Trägers.
2. Mengen, die mittels verbesserter (z.B. sekundärer oder tertiärer) Fördermaßnahmen in den bereits entwickelten Feldesteilen zusätzlich gewonnen werden können. Der Einsatz dieser Maßnahmen muss geplant sein und die Techniken müssen sich durch Pilotprojekt im gleichen Feld oder in direkt vergleichbaren Lagerstätten als erfolgreich erwiesen haben.
Die wahrscheinliche Reserven (probable reserves) werden wie folgt klassifi-ziert:
1. In vom Kenntnisstand her noch nicht gesicherten Feldesteilen, z.B. oberhalb oder unterhalb der bislang bekannten KW-Führung oder in strukturhöheren Randblöcken aufgrund von positiven geologischen und geophysikalischen Hinweisen erschließbare KW-Mengen.
2. KW-Mengen in untypischer Fortsetzung eines produzierenden Trägers, die aus zuverlässigen Logdaten als produktiv interpretiert wurde, ohne dass Kern- oder Testdaten vorliegen.
3. Zusätzlich gewinnbare Mengen aus Infill-Bohrungen, die aus legalen oder
wirtschaftlichen Gründen zunächst nicht geplant sind.
4. Durch Verbesserung von Ausbeutetechniken (z.B. Tertiärverfahren) erzielbare zusätzliche Reserven, wenn die Techniken allgemein erprobt, aller Voraussicht nach anwendbar, aber dem betrachteten Feld noch nicht praktiziert worden sind.
5. Zusätzlich gewinnbare Reserven im Bereich einer sicheren Lagerstätten, die sich aus einer alternativen Beurteilungsmethode ergeben (z.B. volumetrische gegenüber dynamischer Berechnung).
Die mögliche Reserven (possible reserves) haben wie folgt:
1. Möglicherweise vorhanden aufgrund von Struktur- und Stratigraphieextrapolationen angrenzend an Gebiete wahrscheinlicher Reserven.
2. Aus Bohrlochsmessungen oder Kernen als KW-führend erkannt, aber nicht derzeit mit wirtschaftlichen Raten förderbar.
3. Aus technischen Gründen derzeit nicht sicher mit Bohrungen erreichbare
Teile eines entwickelten Feldes.
4. Durch Störung von einem sicheren Lagerstättenraum abgetrennte strukturtiefere Feldesteile.
5. Reserven, deren wirtschaftliche Erschließbarkeit mit verbesserten Fördertechniken noch zweifelhaft ist.
Die spekulative Reserven sind für die Planung von Explorationsprojekten zunächst als sicher förderbare Mengen zugrunde zu legen. Zur Quantifizierung werden alle verfügbaren geologischen und geophysikalischen Kenntnisse sowie regionale Erfahrungswerte in Ansatz gebracht.
In der Wissenschaft gilt das so genannte Sparsamkeitsprinzip, das als «Ock-hams Rasiermesser» bekannt ist (benannt nach Wilhelm von Ockham, 1285-1349 n.Chr.). Es lautet: «Von mehreren Theorien, die den gleichen Sachverhalt erklären, ist jeweils die einfachste vorzuziehen, d.h. jene, die am wenigsten unüberprüfbare Annahmen enthält».
Es gibt für den Begriff Theorie verschiedenen Arten von Definitionen:
1. Nach Plato, ohne eine breitere Theoretisierung gäbe es nicht eine Auffassung, noch eine Wissenschaft d.h. «das Wort wahrhaftiger Glanz».
2. Viele Wissenschaftler sind der Meinung, dass die Theorie ein Mustermodell das noch nach mathematischer Art auszudrücken ist, darstellt.
3. Andere Wissenschaftler meinen, dass eine Theorie eine einfache Beschreibung des gültigen ist, eine Beschreibung die nicht anderes berücksichtigt als die reinen wissenschaftlichen Gegebenheiten.
4. Nach anderen Wissenschaftler die Theorie ist ein Forschungsinstrument und nicht eine allgemeine Beschreibung oder Darstellung einer Beziehung. Es handelt es sich vielmehr um eine Definition die die Forschung hilft und befähigt zeitabhängige Hauptrichtungen zu folgen.
Aber selbst eine durch Jahrhunderte wissenschaftlicher Forschung gesicherte Theorie gerät ins Wanken, wenn durch das Experiment zufällig oder mit Absicht, Sachverhalte aufgedeckt werden, die mit der geltenden Theorie durch keine Denkanstrengungen in Übereinstimmung zu bringen sind.
Aufgrund der biotischen Entstehungstheorie von Kohlenwasserstoffen ist einleuchtend, dass neben den festländischen Vorkommen die größten Lagerstätten in der Nähe der Ozeane gefunden worden sind, z.B. am Persischen Golf, am Golf von Mexiko, am Roten Meer, am Schwarzen und am Kaspischen Meer, in der Nordsee, an der Küste von Venezuela, von Borneo, Sumatra und Java u.a. Es ist mit großer Wahrscheinlichkeit ferner anzunehmen, dass sich unter dem Meeresboden des Kontinentalabhanges und teilweise auch der Tiefsee noch weitere und bisher noch unbekannte Lagestätten von Kohlenwasserstoffen befinden. Unter dem Meerwasser gelegene Sedimentgebiete betragen 70 bis 80 Mio. qkm. Davon ist ca. ein Drittel explorationswürdig. Durch küstenparallele Verwerfungen und epirogenetischen Bewegungen wurden gebietsweise Absenkungsvorgänge eingeleitet, die Teile des ehemaligen Außenschelfs bis in Was-sertiefen von 3000 m absenkten. Oft werden große Sedimentpakete zwischen zwei kollidierenden Platten eingekeilt, so z.B. die Molukken-See, wo zwei Inselbögen zusammenstoßen. Schließlich kann ein Sedimentpaket auch selbst ein Terrain bilden, wie z.B. die Akkretionskeile im Bereich der Kodiak-Insel und des Golfs von Alaska (1, 2, 3, 4).
Mehrere Länder am Golf von Guinea in Afrika stehen auch im Mittelpunkt eines Wettkampfs um neu entdeckte Kohlenwasserstoff-Vorkommen. Seit kurzem steht Ghana im Zentrum der Erdölexploration. Auch vor den Küsten Gabuns, Äquatorialguineas, des Kongo und der Elfenbeinküste wurde man fündig. Nigeria zusammen mit Libyen halten ca. 70 % der Erdölreserven Afrikas.
Die Region Kaukasus und Kaspisches Meer entwickeln sich zu einem bedeutenden Energielieferanten der Welt. Unter dem Meeresboden des kaspischen Meeres, zwischen Baku und Turkmenistan sowie der Küsten Kasachstans, werden riesige Erdöl- und Erdgasvorkommen vermutet. Schätzungen zufolge so viel wie die nachgewiesenen Reserven von Irak und Iran. Kohlenwasserstoffsucher gefährden die Wälder Kanadas und die unberührte Natur der Arktis. Hier liegen schwer zugängliche Erdölsande und nicht ausge-beutete Erdöl- und Erdgasvorkommen.
Es gibt auf der Erdoberfläche Gebiete, z.B. alle Gegenden, in denen kristalline Schilde zutage ausbeißen, die nach der biotische Entstehungstheorie von Kohlenwasserstoffen, frei von Kohlenwasserstoffen sind. Aber alle größeren Sedimentbecken, die tektonisch nicht allzu sehr beansprucht wurden und in denen heute noch zur Erdöl- und Erdgaserhaltung günstige Strukturen vorliegen, sind mehr oder weniger Erdöl- und Erdgasführende.
Die Vertreter der biotischen Entstehungstheorie der Kohlenwasserstoffe bringen als eines ihrer wichtigsten Argumente vor, dass es seit geraumer Zeit nicht mehr gelänge, wirklich große Erdöl- und Erdgaslagerstätten zu entdecken. Der Abbau werde zudem immer komplizierter und teuer. Die absehbare Erschöpfung nach dieser Theorie der natürlichen Vorkommen an Erdöl und Erdgas zwingen alle Länder der Erde einerseits zu einer Reduzierung von Kohlenwasserstoffen zur Energieerzeugung und anderseits die Erschließung neuer Energiequellen.
Nach der Theorie der biotische Entstehung der Kohlenwasserstoffen, nimmt die Biomasse der Erde auf dem Wege der Photosynthese (Bild 3) von der Sonne jährlich die Energiemengen von knapp 50 Terrawatt-Jahres ( 1 TWa = 10 hoch 12 Watt x 8766 Stunden = 8,7 x 10 hoch 15 W.h = 8,7 x 10 hoch 12 kWh = 1,1 Mrd. t SKE (1 SKE =Wärme bei der Verbrennung von 760 Kg Steinkohle). Nach dieser Theorie sind auf diese Weise innerhalb von rd. 700 Mio. Jahren (von Präkambrium bis Quartär) von den 3000 Trillionen t organisches Material, welches in allen Sedimentbecken der Erde enthalten waren, nur 2 % (60 Trillionen t) zur Kohlenwasserstoffen umgewandelt worden.
Von diesen wiederum sind nur 700 Mrd t SKE (636,4 TWa) gewinnbar. Die gewinnbaren Erdölvorräte betragen rd. 400 Mrd. t SKE (363,6 TWa) und die Erdgasmengen 300 Mrd. t SKE (272,7 TWa). Die gewinnbaren Vorräte der Kohle werden mit rd. 2000 Mrd. t SKE und für
Ölschiefer/Ölsande mit rd. 700 Mrd. t SKE angegeben (5, 6, 7).
Die Weltenergieumwandlung heute mit ca. 7 Mrd. Menschen beträgt ca. 12 TWa bzw. 13,2 Mrd. t SKE. Bei 9 Mrd Menschen im Jahre 2020 wird diese Umwandlung 20 Mrd. t SkE, bei 9,7 Mrd. Menschen im Jahre 2040 etwa 25 Mrd. t SKE und bei 10 Mrd. Menschen im Jahre 2050 wird dies Umwandlung 28 Mrd. t SKE betragen.
Leave a Reply