Γράφει ο Κώστας Λάμπος
«Όσο η ελληνική κοινωνία δεν δείχνει διάθεση για αυτονομία, δεν μπορεί να σωθεί, διότι δεν θέλει να σωθεί από μόνη της, να πάρει τις τύχες της στα χέρια της. Όσο θα αναθέτει τη σωτηρία της σε κομματικούς και εκκλησιαστικούς ποιμένες, θέτοντας τον εαυτό της σε κατάσταση ποιμνίου, κομματικού και εκκλησιαστικού, τόσο τα ποίμνια το μόνο που θα μπορούν να διεκδικήσουν θα είναι οι καλύτερες συνθήκες σφαγής – αυτό είναι άλλωστε το μόνο που προσφέρουν σίγουρα οι κομματικοί και εκκλησιαστικοί ποιμένες»
Γιώργος Οικονόμου[1]
Ο Ελληνικός Λαός άκουσε κατά την προεκλογική διαδικασία των εκλογών της 6ης Μάη 2012 την πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ να συγκροτήσει «αριστερή κυβέρνηση» και του έδωσε τη δυνατότητα να το επιχειρήσει και μάλιστα με τη συνεργασία της Δημοκρατικής Αριστεράς, αλλά και με τη στήριξη ή και ανοχή του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας που βρίσκονταν στο καναβάτσο και έτρεμαν τη λαϊκή οργή και μια νέα προσφυγή στις κάλπες. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν αξιοποίησε την ευκαιρία είτε γιατί εθισμένος στη βολική αντιπολίτευση έπαθε πολιτικό σοκ[2] μπροστά στις κυβερνητικές ευθύνες, είτε από βοναπαρτική πολιτική πλεονεξία του «όλα ή τίποτα», πράγμα που οδήγησε στις εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012, εξέλιξη που του τη χρέωσαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι και σε μεγάλο βαθμό και το εκλογικό σώμα.
Με την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να κατανοήσει τους όρους του πολιτικού παιχνιδιού σε συνθήκες αστικού κοινοβουλευτισμού, οι πολιτικές δυνάμεις του ελληνικού πλιατσικοκαπιταλισμού, που χορεύουν στο ρυθμό της ορχήστρας των ‘ανδρών με τα μαύρα κοστούμια’, βρήκαν την ευκαιρία να ανασυνταχθούν και με τη βοήθεια όλων των ‘θεών και δαιμόνων’ του παγκόσμιου καπιταλισμού κατάφεραν να αποτρέψουν την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη θέση που θα του έδινε την ηγεμονική δυνατότητα να σχηματίσει αυτοδύναμη και μάλιστα ‘αριστερή’ κυβέρνηση.
Κατά την προεκλογική διαδικασία με ορίζοντα τις εκλογές της 17 Ιούνη 2012, κατά την οποία η σύγκρουση μετεξελίχθηκε από επαρχιακή σύγκρουση μεταξύ ‘μνημονιακών και αντιμνημονιακών’, σε σύγκρουση μεταξύ ‘Ευρώ και Δραχμής’ και κατά ένα σουρεαλιστικό τρόπο σε σύγκρουση μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ευρωζώνης ή Ευρωπαϊκής Ένωσης και για κάποιους σε σύγκρουση μεταξύ ‘Ελλάδας και Κόσμου’. Αυτή η εξέλιξη προφανώς δεν ήταν επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ κάτι άλλωστε που ήταν ανώτερο και των δυνάμεών του, αλλά ήταν η επιλογή-παγίδα του σκληρού πυρήνα του ηγεμονικού κεφάλαιου με δυό στόχους. Ο ένας ήταν να φρενάρουν τον ανατρεπτικό ενθουσιασμό του Ελληνικού Λαού και να του κόψουν τη φόρα για ‘αριστερή’ κυβέρνηση, όπως αυτός την εννοεί, και ο άλλος λόγος είναι για να δαμάσουν το ΣΥΡΙΖΑ και να τον προσγειώσουν να αρκεστεί στο ρόλο του ‘αριστερού διαχειριστή’ του κεφαλαίου, πράγμα άλλωστε που μερικά κορυφαία στελέχη του φάνηκαν με κάποιες ουσιαστικές διαφοροποιήσεις να αντιλαμβάνονται και να αποδέχονται. Το σύστημα δεν φοβήθηκε το ΣΥΡΙΖΑ που πολιτεύεται με κεϋνσιανές θεωρίες και σοσιαλδημοκρατικά γιατροσόφια για τη θεραπεία του καπιταλισμού, αλλά τον κόσμο που στο όνομα της ‘αριστερής κυβέρνησης’ μεγάλωνε τις αντικαπιταλιστικές προσδοκίες του και δεν θα μπορούσε να ελεγχθεί, γι’ αυτό κράτησε το ΣΥΡΙΖΑ στη αντιπολίτευση για να μετεξελιχθεί από κατά φαντασία, ή από εκλογική σκοπιμότητα επαναστάτης σε ρεαλιστή ‘αριστερό’ διαχειριστή του κεφαλαίου[3].
Αλλά ας δούμε πως κατάφερε το σύστημα να συνέλθει από τη λαϊκή κατραπακιά της 6ης Μάη, να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, να κηδέψει το όραμα για μια ‘αριστερή κυβέρνηση’ που αυτοκτόνησε σύριζα και στο τσάκα-τσάκα να γιορτάσει τα «40ημερα» με τη συγκρότηση κυβέρνησης του συντηρητικού ‘ευρωπαϊκού μετώπου’. Για να κατανοήσουμε γιατί μας ήρθε ο ουρανός σφοντύλι θα πρέπει να βάλουμε μπροστά μας την εικόνα μιας Νέας Δημοκρατίας που από το τριάντατόσο % των προηγούμενων εκλογών του 2009 κατρακύλησε στο 18% και κάτι, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ από το 4,6% εκτινάσσεται στο 16% και κάτι. Με τη νέα προσφυγή στις κάλπες της 17ης Ιούνη, όλοι περίμεναν πως με τη φόρα που έχει πάρει ο Ελληνικός Λαός, η μικρή διαφορά των 2 ποσοστιαίων μονάδων που χώριζε το πρώτο από το δεύτερο κόμμα, θα αντιστρέφονταν, και μάλιστα στο πολλαπλάσιο, εξαιτίας της συντριπτικής κατάρρευσης της ΝΔ και της ραγδαίας δυναμικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ με αποτέλεσμα ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι πρώτο κόμμα και να συγκροτήσει την ‘αριστερή’ κυβέρνησή του. Πράγμα όμως που δεν συνέβει. Αντίθετα μάλιστα . Η σειρά επιτυχίας δεν άλλαξε και η διαφορά διευρύνθηκε, οριακά βέβαια, αλλά υπέρ της ΝΔ. Γιατί όμως; Γιατί ανακόπηκε η ανατρεπτική ορμή του εκλογικού σώματος και ποια δύναμη, ή καλύτερα ποιών η αδυναμία, ‘ανάστησε το νεκρό Λάζαρο’;
Αυτό το ερώτημα θα προσπαθήσω να το απαντήσω με αναφορά στην ιστορία του τρόπου παραγωγής του Φουά γκρα[4]. Το εκλογικό αποτέλεσμα που θέλει κάθε φορά να βγάλει το σύστημα μοιάζει πολύ με τη διαδικασία του καπιταλιστή που παράγει Φουά γκρα.
Συνεπώς η νίκη της ΝΔ στις εκλογές της 17ης Ιούνη 2012 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το πολιτικό Φουά γκρα της παγκόσμιας πολιτικής ελίτ, που βρίσκεται στην υπηρεσία της Α.Μ. του ηγεμονικού Κεφαλαίου της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης[5]. Γι’ αυτό άλλωστε έκαναν όλοι οι πολιτικοί αχυράνθρωποι του πλανήτη, του πλανητάρχη μη εξαιρουμένου, ότι μπορούσαν για να τρομοκρατήσουν τον Ελληνικό Λαό και μόλις έβγαλαν το πολιτικό Φουα γκρά τους ανάσαναν, γιατί έτσι αποσοβήθηκε τάχα η καταστροφή του παγκόσμιου συστήματος της αγοράς, ικανοποιήθηκαν τα αφεντικά τους και βεβαίως δεν θα λείψει από το τραπέζι τους το καθημερινό Φουα γκρα τους. Αυτή η συμπεριφορά της παγκόσμιας ελίτ να κατασυκοφαντεί μια ολόκληρη χώρα και ένα Λαό με την ιστορία του Ελληνικού Λαού και να τρομοκρατεί μια αριθμητικά τόσο μικρή κοινωνία δείχνει αφ’ ενός την αχίλλεια φτέρνα του παγκόσμιου καπιταλισμού και αφ’ ετέρου την τεράστια δύναμη που μπορεί να αποκτήσει και η πιο μικρή χώρα αν αποφασίσει να αντισταθεί στον παγκόσμιο καπιταλισμό με όπλο της το όραμα της αριστερής κοινωνίας για κοινωνική ισότητα.
Φουά γκρά (foie gras) σημαίνει “λιπαρό συκώτι” και παράγεται από πάπιες ή χήνες. Πρόκειται για μια πανάκριβη θρεπτική λιχουδιά για λίγους, όπως ακριβώς είναι και η αστική δημοκρατία, ένα σύστημα για κεφαλαιοκράτες και εξουσιαστές. Ο τρόπος που παράγεται είναι φρικιαστικός, γιατί τα πτηνά ταΐζονται μηχανικά και βίαια ‘μέχρι σκασμού’ με στόχο να εμπλουτιστεί το συκώτι τους με λίπος και να αυξηθεί σε μέγεθος και βάρος μέχρι και δέκα φορές πάνω από το κανονικό του μέγεθος[6]. Αυτό συμβαίνει στις ‘σύγχρονες’ μονάδες παραγωγής μεγάλων ποσοτήτων Φουά γκρα. Σύμφωνα με την παράδοση πέρα από τη μέθοδο βίαιου υπερταΐσματος εφαρμόζεται και ο εγκλεισμός των πτηνών σε περιορισμένο χώρο στον οποίο αυτά κατατρομοκρατούνται με τη βοήθεια ειδικών εκκωφαντικών θορύβων και ζουν σε συνθήκες ακραίου φόβου και αγωνίας θανάτου μέχρι να πρηστεί αρκετά το συκώτι τους.
Αν βάλουμε στη θέση του Φουά γκρα το επιδιωκόμενο εκλογικό αποτέλεσμα, στη θέση των μονάδων παραγωγής Φουά γκρα, τα πολιτικά κόμματα του αστικού κοινοβουλίου, στη θέση των πτηνών που αποτελούν την ‘πρώτη ύλη’ παραγωγής Φουά γκρα, τους ψηφοφόρους, στη θέση της ‘κατάλληλης τροφής’, την σκόπιμα αποπροσανατολιστική γνώση και στη θέση των θορύβων τα κομματικά συνθήματα φόβου, τους τραμπουκισμούς και τις ιαχές των κομματικών ταλιμπάν και τις απειλές, τότε θα κατανοήσουμε γιατί το σύστημα του καπιταλισμού δημιουργεί, κάθε φορά που στήνει εκλογές, αντίστοιχες συνθήκες και μας ταΐζει με συγκεκριμένη ‘γνώση’ και σε συνθήκες κατατρομοκράτησης και ακραίου φόβου με στόχο να μας φέρει σε απόγνωση, τότε θα καταλάβουμε πως για τον καπιταλισμό οι εργαζόμενοι άνθρωποι, οι οπαδοί και ψηφοφόροι, δεν μετράνε παρά σαν δύναμη παραγωγής πλούτου και σαν πρώτη ύλη παραγωγής του επιθυμητού εκλογικού αποτελέσματος που αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για τη νομιμοποίηση των εγκλημάτων που διαπράττει το σύστημα σε βάρος της Φύσης, της κοινωνίας, της ανθρωπότητας και του πολιτισμού.
Αυτή είναι η τακτική του καπιταλισμού και του πολιτικού του συστήματος, δηλαδή του αστικού κοινοβουλευτισμού, σε κάθε εκλογική αναμέτρηση των κομμάτων ο σκοπός των οποίων είναι να ζαλίσουν, να πρήξουν το συκώτι και να θολώσουν τα μυαλά των ψηφοφόρων, μέχρι να επιτύχουν το εκλογικό αποτέλεσμα που βολεύει την εξουσία του. Θέση για άτομα και συλλογικότητες που δεν δέχονται να γίνουν μαριονέτες και κόμματα του κοινοβουλευτικού παραλόγου και να παίξουν το παιχνίδι της παραπλάνησης, της κατατρομοκράτησης και της τεχνητής διάσπασης της εργαζόμενης κοινωνίας και συνεπώς να συμβάλλουν στη μετατροπή των ανθρώπων σε αλλοτριωμένους οπαδούς και σε ‘κοινωνικές πάπιες’ δεν προβλέπεται, δεν είναι επιθυμητή και επιπλέον, ως ‘εχθρική και επικίνδυνη’ τιμωρείται με κάθε πρόσφορο τρόπο.
Υπάρχει μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα που μας διδάσκει πως ο κομματικός ανταγωνισμός στο αστικό κοινοβούλιο αντανακλά τον θανάσιμο ανταγωνισμό μεταξύ των καπιταλιστών και εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου σε βάρος των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού, διαιρώντας και αποπροσανατολίζοντας την εργαζόμενη κοινωνία τα συμφέροντα της οποίας είναι κοινά και αδιαίρετα. Το κομματικό πολιτικό σύστημα λειτουργεί κύρια ως διαμεσολαβητής μεταξύ των διαφορετικών ανταγωνιζόμενων κατηγοριών του κεφαλαίου, και μόνο δευτερευόντως μεταξύ του Κεφαλαίου και της εργαζόμενης κοινωνίας συνολικά, με αποτέλεσμα η κοινωνία να χάνει, με τη βοήθεια των σκοταδιστικών, των εκπαιδευτικών, των προπαγανδιστικών και λοιπών εξουσιαστικών ιερατείων, το πραγματικό περιεχόμενο του κομματικού ανταγωνισμού και να καλλιεργεί την ψευδαίσθηση πως αυτός ο ανταγωνισμός γίνεται προς όφελός του “πάντα ευκολόπιστου και πάντα προδομένου” ‘κυρίαρχου για μια μέρα λαού’[7]. Γι’ αυτό όλα τα πολιτικά κόμματα ‘αγωνίζονται’ ανταγωνιζόμενα για τη σωτηρία του κοινοβουλευτικού συστήματος, για τη βελτίωση της ‘Δημοκρατίας μας’, εννοώντας προφανώς την αστική δημοκρατία, δηλαδή τη δικτατορία του κεφαλαίου πάνω στην εργαζόμενη κοινωνία, ‘για περισσότερες θέσεις εργασίας’ και ‘για καλύτερα μεροκάματα’, αλλά κανένα δεν τόλμησε να αμφισβητήσει τη φύση και τη θέση, το ρόλο και την εξουσία του Κεφαλαίου και πολύ περισσότερο κανένα δεν τόλμησε να μιλήσει για το ρόλο της κοινωνίας και για την κοινωνική αυτοδιεύθυνση, για την Άμεση Δημοκρατία, κι’ αυτό γιατί για το καπιταλιστικό σύστημα αυτές είναι έννοιες απαγορευμένες για το πολιτικό υπηρετικό προσωπικό του. Η ιδεολογική διαφοροποίηση των πολιτικών κομμάτων υπαγορεύεται τόσο από το γεγονός πως το καθένα εκφράζει τα συμφέροντα διαφορετικής ομάδας καπιταλιστικών και εξουσιαστικών κύκλων, όσο και από την ανάγκη να γίνονται πιστευτά από το εκλογικό σώμα και να διασπούν τους εργαζόμενους σε ακροδεξιούς, δεξιούς, κεντροδεξιούς, κεντροαριστερούς, ‘αριστερούς’ και ακροαριστερούς οπαδούς. Αυτό όμως σημαίνει πως τα πολιτικά κόμματα στον καπιταλισμό δεν είναι παρά μηχανισμοί ‘παπιοποίησης’ και ‘χηνοποίησης’ των εργαζόμενων ανθρώπων, δραστηριότητα που εκφράζεται σε εκλογικά ποσοστά με λάφυρο την κυβερνητική εξουσία για όσο διάστημα το κάθε κόμμα διατηρεί τα εκλογικά ποσοστά του πρώτου, του ‘νικητή’, γιατί η συμμετοχή στην πολιτική εξουσία του καπιταλισμού είναι ανάλογη με το ποσοστό κοινωνίας που το κάθε κόμμα καταφέρνει να παραπλανήσει. Με άλλα λόγια ο καπιταλισμός θα υπάρχει όσο η κοινωνία θα πείθεται, θα αναγκάζεται και θα αποδέχεται να «κάνει την πάπια»
Οι κοινωνίες και η Ελληνική κοινωνία ιδιαίτερα, φαίνεται να συνειδητοποιούν σταδιακά, ακόμα κι’ αν αυτό προς το παρόν και συγκυριακά εκφράζεται με λάθος τρόπο, ή από σκοπιμότητα και από λάθος φορείς, πως στη μεγάλη πορεία της ανθρωπότητας έχουν διαμορφωθεί οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για να πάψουν οι κοινωνίες να «κάνουν την πάπια» και να απαλλαγούν από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και από το συμπλήρωμά του, το αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα και στη θέση τους να οικοδομήσουν μια κοινωνία της ισότητας, της ισηγορίας, της ισοπολιτείας, της ισονομίας και κατά συνέπεια της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης, δηλαδή της Άμεσης Δημοκρατίας, με στόχο την Αταξική Κοινωνία και τον Οικουμενικό Ουμανιστικό Πολιτισμό[8].
Τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα προς αυτή τη γνήσια αντικαπιταλιστική κατεύθυνση δείχνουν, γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο πως με την εμφάνισή τους, το καπιταλιστικό σύστημα έτρεξε να τα καπελώσει και μέσω της χειραγώγησης της δυσαρέσκειας να τα ευνουχίσει με σκοπό να τα εντάξει στα υφιστάμενα, ή στα “νέα” συστημικά πολιτικά κόμματα , πράγμα που επιβεβαιώνεται και από την τρέχουσα αναδιάταξη του κομματικού τοπίου. Το σκηνικό της πολιτικής παραπλάνησης και τρομοκρατίας που στήθηκε στις δυό τελευταίες εκλογές δείχνει πως τα νέα κοινωνικά κινήματα αποτελούν τη μοναδική απειλή για το σύστημα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και γι’ αυτό το σύστημα προσπαθεί, δίπλα στο ανίσχυρο να τα αναχαιτίσει καπιταλιστικό κράτος, να οργανώσει το συμπλήρωμά του, δηλαδή το ημιπαράνομο και τώρα ημινόμιμο φασιστικό παρακράτος.
Είναι γεγονός πως η χώρα και η Ευρώπη και μαζί της η Ανθρωπότητα ολόκληρη, μπήκε σε μια καινούργια φάση κατά την οποία τα νέα κοινωνικά κινήματα θα αποστασιοποιούνται σταδιακά από κάθε ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική έκφραση του καπιταλιστικού συστήματος και του συμπληρώματός του, τον αστικό κοινοβουλευτισμό, διεκδικώντας την αυτόνομη και αυτενεργό παρουσία τους με στόχο την πολύπλευρη και πολεπίπεδη αντικαπιταλιστική δράση με κατεύθυνση την πραγματική εξωσυστημική αριστεροποίηση της κοινωνίας συνολικά. «Η οριζόντια αντι-ιεραρχική και αδιαμεσολάβητη σύνδεση, συντονισμός και αλληλεγγύη όλου αυτού του «αστερισμού» κοινοτήτων και συλλογικοτήτων, κινημάτων και δράσεων, κοινωνικών δομών και αντιθεσμών, που στηρίζονται στην καθημερινή άμεση πράξη εκατομμυρίων ανθρώπων οι οποίοι δεν περιμένουν την ‘κατάλληλη ώρα’ και τον ‘κατάλληλο συσχετισμό’, θα μας δώσει τη δυνατότητα να επιβιώσουμε αλλάζοντας τη ζωή μας και να ζήσουμε υπερβαίνοντας την επιβίωση. Επανασυστήνοντας έναν διαφορετικού τύπου κοινωνικό δεσμό, ικανό να αναπτύξει και να προστατεύσει μια ζωή άξια να βιωθεί, πέρα από τη “γυμνή ζωή” της επιβίωσης και εν τέλει την καταστροφή της ζωής που επιφυλάσσουν ως μέλλον μας»[9].
Η εργαζόμενη κοινωνία-ανθρωπότητα, με καταλύτη τα νέα κοινωνικά κινήματα, αυτοαριστεροποιείται-ωριμάζει σταδιακά και από κάποιο βαθμό ωριμότητας και μετά δεν θα χρειάζεται μεσσίες, σωτήρες, ψευτοεπαναστατικές πρωτοπορίες, ‘αριστερούς’ διαμεσολαβητές και ‘αριστερά’ συστημικά κόμματα για να την εκφράσουν, γιατί θα είναι η ίδια μια συμπαγής αριστερή δύναμη ικανή να αποκαπιταλιστικοποιηθεί, να απελευθερωθεί και να διεκδικήσει την πραγματοποίηση του πανάρχαιου, μόνιμου, πάντα επίκαιρου και τον 21ο αιώνα εφικτού οράματός της για κοινωνική ισότητα, χωρίς την οποία καμιά ελευθερία, πέρα από αυτήν των εξουσιαστών, καμιά ειρήνη, πέρα από αυτή των πολεμοκάπηλων και καμιά ευημερία, πέρα από αυτή των εκμεταλλευτών δεν μπορεί να υπάρξει. Ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός. Ένας καλύτερος κόσμος είναι εδώ και καμιά δύναμη δεν θα αποτρέψει την ολοκλήρωσή του.
Χαϊδάρι, 18 Ιούνη 2012
Leave a Reply